Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2015

"Λιγο πριν πεθανεις....."

Ο παππούς μου ήταν φυσικός. Ήταν και 96 χρονών (όπως ο Μητσοτάκης).
Όταν τον ρωτούσαν πόσων χρονών είναι απαντούσε 
«χοντρικά… λίγο πριν πεθάνω».
Το καλύτερο είναι ότι χαμογελούσε όταν το ‘λεγε. Γνήσια, όχι μ’ αυτό το
χαμόγελο-μορφασμό-κάλυμμα τρόμου. Ο παππούς μου χώρισε από τη
γιαγιά μου όταν ήταν 75 χρονών. Όχι γιατί βρήκε γκόμενα αυτός. Όχι επειδή βρήκε
 γκόμενο η γιαγιά.
Χώρισε γιατί δεν ήθελε να πηγαίνει εκδρομές σε μοναστήρια μαζί της. Σιχαινόταν
επίσης τις φίλες της, που αφού γλεντοκόπησαν με συζύγους και εραστές στις
Μυκόνους και τα Καζίνα της Ευρώπης, αποφάσισαν να κάνουν πλέον Πάσχα στον
 πανάγιο τάφο μόνο και μόνο γιατί φοβήθηκαν ότι έχουν πάρει την άγουσα για τον
δικό τους τον τάφο.
«Αυτές παιδί μου είναι συνηθισμένες να τα ρυθμίζουν όλα ζητώντας
ρουσφέτια από τους βουλευτάδες τους», μου είπε τότε.
«Ε, δεν μπορώ να τις βλέπω να μετατρέπουν και το θεό σε βουλευτή. Ανάβουν
 κεριά, κάνουν τάματα, φτιάχνουν φανουρόψωμα, φιλάνε οστά και κάρες αγίων,
γιατί αυτή τη φορά είναι γιγάντιο το ρουσφέτι: ρετιρέ στον παράδεισο. Καλύτερα
 μόνος μου.»
Και πράγματι. Έζησε άλλα 20 χρόνια καλύτερα μόνος του. Ο θεός του έδωσε
υγεία – ίσως επειδή δεν το ζήτησε φιλώντας στα ξεκούδουνα την κάρα του
Αγίου Μηνά. Επισκεύασε και αποσύρθηκε στο σπίτι της μάνας του σ’ ένα χωριό
με δέκα σπίτια κάπου στη νότια Πίνδο.
Το πρωί έκανε μια μεγάλη βόλτα στο βουνό και μετά διάβαζε, έφτιαχνε το φαγάκι
του και έπαιρνε ένα υπνάκι. Το απόγευμα πήγαινε στο καφενείο-μπακάλικο-ταβέρνα
-πρόχειρο ιατρείο και συναντούσε τους άλλους 16 κατοίκους του χωριού.
Έπιναν το κρασάκι που έφερνε αυτός (είχε τρελές προμήθειες σαββατιανού που
ήταν η αδυναμία του), έτρωγαν ομελέτα με αυγά απ’ το κοτέτσι της κυρά Μάγδας
και μανιτάρια που μαζεύει ο ανιψιός του Θωμά. Μετά το τρίτο ποτηράκι παίζανε
μπιρίμπα ή τάβλι.
Όταν ο παππούς ήταν στα μεγάλα κέφια του τους εξηγούσε τους νόμους που
διέπουν τον κόσμο μετά παραδειγμάτων. Η αντοχή των υλικών λ.χ. εξηγήθηκε με
το διαζύγιό του. «Μαλώνεις, μαλώνεις για χρόνια και νομίζεις ότι δεν πειράζει.
Τα βρίσκεις και συνεχίζεις. Όμως η σχέση έχει κουραστεί. Και όταν μια μέρα
ξαφνικά χωρίζεις, απορείς αφού δεν έγινε τίποτα σπουδαίο. Αλλά δεν χρειάζεται
να γίνει ένα σπουδαίο. Η καταπόνηση για χρόνια κάποια στιγμή θα φέρει το
σπάσιμο.
Έτσι και το πανί που το βλέπει ο ήλιος καθημερινά κάποια στιγμή ξαφνικά θα
διαλυθεί». Μετά γυρνούσε σπίτι του, διάβαζε λίγο ακόμα και πήγαινε για ύπνο.
 Ήταν ήρεμος κι ευτυχισμένος. Η μόνη με την οποία μιλούσε στην οικογένεια
ήμουν εγώ.
Χτες με ειδοποίησε η κυρά Μάγδα ότι δεν είναι καλά. Πέταξα κι έφτασα δίπλα του
 σε μισή μέρα. Όταν μπήκα σπίτι του τον βρήκα στο κρεβάτι χάλια αλλά με καθαρές
 ριγέ μπυτζάμες, τριζάτα σεντόνια, μια κούπα χαμομήλι και ένα βιβλίο στο χέρι.
Χαμογέλασε με όλο του το μούτρο όταν με είδε. Και μετά με μάλωσε που άφησα
τις δουλειές μου και ήρθα.
-Τι κάνεις παππού; τον ρώτησα προσπαθώντας να κρύψω άτσαλα την αγωνία μου.
-Προσπαθώ να καταλάβω ποιες από τις 8 άγνωστες διαστάσεις του σύμπαντος
είναι η πιο ωραία για να μετεγκατασταθώ, μου είπε και ανέμισε το βιβλίο. Το πήρα
 στα χέρια μου. Ήταν ένα βιβλίο που ανέλυε τη θεωρία των υπερχορδών, σύμφωνα
 με τους υπολογισμούς της οποίας υπάρχουν, όπως μου εξήγησε, παράλληλα
σύμπαντα αόρατα για μας που ζούμε στις τρεις διαστάσεις.
-Σοβαρά τώρα παππού, λες να αληθεύει αυτό; Λες να είμαστε κλεισμένοι σε μια
γυάλα σαν ψάρια και να νομίζουμε ότι αυτό είναι όλο, ενώ έξω είναι το σπίτι,
η πόλη, ο κόσμος, ο γαλαξίας; Λες να είμαστε κοντόφθαλμοι σαν χρυσόψαρα;
-Θα σου πω σε λίγο μετά λόγου γνώσεως, μου είπε και γέλασε περιπαικτικά.
Με ξέρεις εμένα τι ψαχτήρι είμαι. Θα βρω τρόπο, θα βρω ταχυδρόμο με άδεια
κυκλοφορίας μεταξύ συμπάντων και θα σε ειδοποιήσω. Υπόσχεση!
Σκάσαμε στα γέλια και αγκαλιαστήκαμε. Το βράδυ πέθανε ήσυχα στον ύπνο του.
 Και ξαφνικά κατάλαβα τι θα πει ακριβώς «θανάτω θάνατον πατήσας» και τον
ζήλεψα.
Καλό ταξίδι παππού. Θα χω το νου μου για τον ταχυδρόμο σου…

Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2015

Η Γέννηση του Καινούριου - ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Η Γέννηση του Καινούριου
Του Στέφανου Ελμάζη
Δυο χιλιάδες χρόνια πριν… Ο Ιωσήφ με τη Μαρία ετοιμόγεννη φτάνουν στην Βηθλεέμ. Ψάχνουν για ένα κατάλυμα όμως όλα τα πανδοχεία είναι γεμάτα. Άδειο κρεβάτι πουθενά. Κάποιος τους δείχνει ένα στάβλο και καταφεύγουν εκεί. Την ίδια νύχτα, μέσα σε αυτό το στάβλο, γεννιέται ο Χριστός…
Όλες σχεδόν οι θεολογικές ερμηνείες αναφέρονται στην επιλογή του στάβλου ως ένδειξη μέγιστης ταπεινότητας από την πλευρά του γεννηθέντος θεού. Υπάρχει όμως και μια ερμηνεία της ιστορίας αυτής που δεν είναι γνωστή.
Σύμφωνα με αυτήν, το μόνο μέρος που μπορεί να γεννηθεί κάτι νέο, είναι ο στάβλος, η φάτνη, το ξύλινο κατασκεύασμα που τρέφονται τα ζώα, το παχνί. Ο στάβλος δε που φτάνει η άγια οικογένεια βρίσκεται στην Βηθλεέμ (εβρ. Μπέιτ-Λεχέμ, δηλαδή ο «Οίκος του Άρτου»).
Που σημαίνει, οτιδήποτε νέο σε μας μπορεί να γεννηθεί στο μέρος όπου τρέφεται ο οργανισμός μας: στο σώμα. Στο σώμα υπάρχει χώρος για κάτι νέο να λάβει χώρα, και, όπως δείχνει η παραπάνω ιστορία του Ιησού, υπάρχει μεγάλη υποστήριξη εκεί. Είναι ακόμη πιθανό, η γέννηση κάτι νέου σε αυτό το μέρος να προσελκύσει κάτι ανώτερο που φέρνει σπουδαία δώρα (οι τρεις μάγοι…)
Το νέο δεν μπορεί να γεννηθεί στο πανδοχείο. Τίποτε νέο δεν μπορεί να συμβεί μέσα στο συνηθισμένο πήγαινε-έλα του πανδοχείου, που είναι ήδη πλήρες. Το πανδοχείο είναι ο νους, το μέρος όπου κυριαρχεί η προσωπικότητα. Είναι όμως ήδη γεμάτο ενοίκους…
Ωστόσο, το πρόβλημα είναι ότι πρόκειται ακριβώς για το χώρο που περνάμε όλο μας σχεδόν το χρόνο. Έχει πιο ενδιαφέρον! Είναι γεμάτο με ενδιαφέροντες ανθρώπους, καλό φαγητό και ποτό, θόρυβο, διασκέδαση και κουβέντα, ενίοτε βέβαια και καυγάδες και μαχαιρώματα – γιατί να θέλουμε να το αφήσουμε;
Ίσως γιατί κάποια στιγμή ανακαλύπτουμε ότι όλο αυτό δεν βγάζει πουθενά. Ότι είναι μια φυλακή. Όλες οι μυθολογίες είναι γεμάτες ιστορίες όπου ο ήρωας και οι σύντροφοί του μένουν σε ένα μέρος και ξεχνιούνται, παρασύρονται από τις εφήμερες χαρές και λύπες της ζωής, ώσπου κάποια στιγμή εμφανίζεται η νοσταλγία για την πατρίδα, όπως βλέπουμε για παράδειγμα στην Οδύσσεια, η λαχτάρα για μια άλλη ζωή. Και τότε ο ήρωας ψάχνει για ένα μέσο, μια έμπνευση που θα τον βοηθήσει να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση.
Στην περίπτωση του Οδυσσέα είναι πάντοτε ένα σκαρί, ένα πλοίο, το σώμα μας σε αποκρυπτογράφηση, που έχει τη δυνατότητα, αν το προσέξω με το σωστό τρόπο, να με πάει πίσω στην πατρίδα, στη γενέθλια γη.
Στην ιστορία του Χριστού είναι η «φάτνη» που έχει τη δυνατότητα σύλληψης του καινούριου (παιδί) κατά έναν τρόπο που ο νους δεν μπορεί – μια ικανότητα που έχουμε λησμονήσει. Εάν όμως κάποιος τη θυμηθεί και τη ζήσει έστω και μια φορά, δεν θα κοιμηθεί τόσο βαριά ξανά. Θα έχει μια γεύση της πραγματικότητας, η οποία μπορεί να δημιουργήσει μέσα του μια αναζήτηση ζωής…
Δημοσιεύτηκε στο ΑΒΑΤΟΝ, τεύχος 121, Δεκέμβριος 2012

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

ΤΥΧΑΙΟ ΜΟΙΡΑΙΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ



Τρεις λέξεις που χρησιμοποιούνται πολύ, κατά κόρον θα έλεγα, χωρίς ουσιαστικά να γίνεται και σωστή χρήση τους. Το να μην γίνεται σωστή χρήση κάποιων λέξεων είναι συνηθισμένο σε μια κοινωνία που έτσι κι αλλιώς δεν έχει βρει τον τρόπο για να επικοινωνεί ουσιαστικά. Αφού δεν υπάρχει επικοινωνία, είναι απλή συνέπεια το να μην παίζει κανένα ρόλο η σωστή χρήση των λέξεων. Στο θέμα μας, το τυχαίο, το μοιραίο και το πεπρωμένο, χρησιμοποιούνται με σχεδόν ίδιες σημασίες και απλά το τυχαίο συνηθίζεται, ως λέξη, να ονοματίζει σχετικά ανώδυνες καταστάσεις. Αυτή η χρήση του, σε χωρίς σοβαρές συνέπειες γεγονότα, είναι και η μοναδική που πλησιάζει κατά κάποιο τρόπο ένα τμήμα της αληθινής του σημασίας.
Η ζωή είναι μια πορεία μάθησης, πλημμυρισμένη από αλληλουχίες γεγονότων, και χαρακτηρίζω σαν γεγονός ακόμα και τη γέννηση ή το θάνατο. Παρεμπιπτόντως και τα δυο, η γέννηση και ο θάνατος, είναι γεγονότα που χαρακτηρίζονται σαν πεπρωμένο. Το πρώτο και το ύστατο, η αρχή και το τέλος μιας περιόδου που θεωρούμε ως ζωή. Αυτά δεν μπορούμε να τα αποφύγουμε, είναι αναμφισβήτητα και παρ' όλο που η στάση μας μπορεί να επιμηκύνει το διάστημα μεταξύ τους, ή ακόμα και τον τρόπο που θα διαβούμε αυτό το διάστημα, θα συμβούν οπωσδήποτε. Αυτός είναι και ο ορισμός του πεπρωμένου. Κάτι που θα συμβεί σ' ένα άτομο, ανεξάρτητα από τη θέλησή του και που υπακούει σε νόμους πέρα από το εγώ, τουλάχιστον όπως το προσδιορίζουμε σ' αυτό τον κόσμο.
Εκεί ακριβώς παρουσιάζει και μια συγγένεια με το μοιραίο, αλλά, για να γίνει πιο κατανοητή η θέση μου, θα ήθελα να εξετάσουμε πρώτα με λεπτομέρειες το τυχαίο. Σε κάθε πορεία -και η ζωή είναι μια πορεία-, υπάρχει κι ένας σκοπός. Ο σκοπός της ζωής είναι η μάθηση. Μια μάθηση που, εκτός ίσως από τα τελικά βήματα, είναι διαφορετική για κάθε άτομο, αφού το κάθε άτομο πορεύεται και με διαφορετικά εφόδια. Σ' αυτή τη διαδρομή για την προσέγγιση του τελικού σκοπού, του ατομικού μαθήματος, το άτομο έχει πληθώρα ευκαιριών για την αναγνώριση αυτού που πρέπει να πράξει, ώστε να σιγουρευτεί ότι βρίσκεται σε συμφωνία με το τι θέλει να μάθει. Αυτά τα γεγονότα, που συμβαίνουν σε μεγάλους αριθμούς αλλά ουσιαστικά παρουσιάζουν μια ομοιότητα, αφού σκοπός τους είναι η σωστή αντιμετώπισή τους που θα δείχνει την πρόοδο του μαθητή, είναι και αυτά που θα έπρεπε να ονομάζονται τυχαία. Είναι κάτι σαν τα ξαφνικά πρόχειρα διαγωνίσματα του καθηγητή. Μπορείς να γράψεις καλά ή όχι, ανάλογα με το αν είσαι καλά προετοιμασμένος. Αν δεν γράψεις καλά, δεν σημαίνει ότι θα μείνεις και στην ίδια τάξη, γιατί έχεις ακόμα τα χρονικά περιθώρια για να βελτιωθείς. Αυτά, λοιπόν, που σωστά ονομάζουμε τυχαία, είναι γεγονότα που συμβαίνουν ξαφνικά και απροειδοποίητα, ενώ η λάθος αντιμετώπισή τους δεν θα σε καταδικάσει.
Όπως όμως στο σχολείο φτάνει η ώρα για το τελικό διαγώνισμα που θα κρίνει αν θα περάσεις ή όχι το μάθημα, έτσι συμβαίνουν και τα γεγονότα που πρέπει να ονομάζονται μοιραία. Είναι συμβάντα σοκαριστικά, το ίδιο σοβαρά όσο και οι τελικές προαγωγικές εξετάσεις, και απαιτούν μια και μοναδική λύση καθώς αποτελούν την τελευταία ευκαιρία. Δεν εξετάζουμε αυτή τη στιγμή παρά μόνο τη διάκριση, τη σωστή διάκριση των τριών λέξεων κι έτσι δεν θα επεκταθούμε σε μεταφυσικές ερμηνείες για το τι γίνεται στη συνέχεια. Αυτές οι ύστατες ευκαιρίες έχουν συνήθως δυναμική εξέλιξη, αλλά και επιβραβεύουν ή καταδικάζουν τελειωτικά. Τα γεγονότα, λοιπόν, που την αντιμετώπισή τους, όταν συμβούν, αλλά και τις συνέπειές τους από την αντίδρασή μας, δεν μπορεί κανείς να τα αποφύγει, είναι τα μοιραία γεγονότα.
Μπορείς ν' αποφύγεις τη συνειδητοποίηση από ένα τυχαίο γεγονός ή και να το αγνοήσεις τελείως. Μπορείς να το ξεχάσεις ή και να μην το παρατηρήσεις καθόλου. Εκείνο, όμως, που είναι βέβαιο είναι ότι όταν τα τυχαία γεγονότα θα συσσωρευτούν κι εσύ θα παραμένεις άπραγος, θα ακολουθηθούν από ένα μοιραίο γεγονός που, όπως εξήγησα, δεν υπάρχει περίπτωση ν' αποφύγεις. Αυτή η εμπλοκή σου με το μοιραίο γεγονός αλλά κυρίαρχα η συμπεριφορά σου κατά τη διάρκειά του θα δημιουργήσει μια εξέλιξη, προς τα πού δεν έχει καμία σημασία, που είναι το πεπρωμένο σου. Το πεπρωμένο σ' αυτή την ειδική περίπτωση είναι διττό και προς ποιο από τα δυο θα γείρει η πλάστιγγα είναι καθαρά δική σου υπόθεση. Ουσιαστικά, η αρνητική συμπεριφορά στο μοιραίο γεγονός, η συμπεριφορά που αποδεικνύει ότι δεν έμαθες αυτά που ο ίδιος θεωρούσες ότι έπρεπε να μάθεις, είναι και η αρχή της πορείας προς το θάνατο που μπορεί να συμβεί πολύ πιο γρήγορα απ' ό,τι προβλέπουν οι στατιστικές. Σ' αυτή την ειδική περίπτωση το πεπρωμένο δεν είναι, όπως λανθασμένα πιστεύεται, ο θάνατος, αλλά η καθαρά δική σου λανθασμένη επιλογή στο μοιραίο γεγονός που προηγήθηκε.
Δεν υπάρχει λόγος, όμως, ν' ανησυχήσουμε, γιατί η ζωή, ο θεός, ή όποιος εσείς διαλέγετε τέλος πάντων, είναι αρκετά επιεικής και μας δίνει δεκάδες τυχαία γεγονότα για να αντιληφθούμε και να επανορθώσουμε. Απλά θα πρέπει να έχουμε τα μάτια ανοικτά και σβήνοντας τις λέξεις σύμπτωση και συμπτωματικά, να καταφέρνουμε να δίνουμε τη σωστή ερμηνεία σε συμβάντα που πάντα, μα πάντα, έχουν κάποιο ειδικό χαρακτηριστικό. Μπορεί να είναι απρόσμενα, μπορεί να μας δίνουν την εντύπωση ότι μας είχαν και πάλι συμβεί αλλά δεν θυμόμαστε πού και πότε, μπορεί να είναι κάποιο πρόσωπο που είχαμε χρόνια να δούμε και το είδαμε κατηφορίζοντας την Πανεπιστημίου, μπορεί να είναι οτιδήποτε ασυνήθιστο. Εδώ ακριβώς θα έπρεπε να σας τονίσω ότι, όπως καταλαβαίνετε, έχει μεγάλη σημασία το να μπορεί να αντιλαμβάνεται κανείς ό,τι είναι ασυνήθιστο. Ο ευκολότερος τρόπος για να το πετύχει κάποιος, είναι να σβήσει από το μυαλό του τη λέξη σύμπτωση και τα παράγωγά της, γιατί δεν υπάρχουν συμπτώσεις αλλά μόνο τυχαία γεγονότα με την έννοια που σας προανέφερα.
Με δυο λόγια, χωρίς όμως να αγνοήσουμε τα όσα προαναφέρθηκαν, το τυχαίο συμβάν είναι μια ευκαιρία, το μοιραίο είναι το γεγονός που λειτουργεί σαν αποφασιστικός εξαναγκασμός σε μια τελική πράξη και λήψη απόφασης. Το πεπρωμένο είναι αυτό το οποίο θα επακολουθήσει, το αναπόφευκτο, με την έννοια της λήξης μιας υπαρξιακής στάσης και τη γέννηση μιας άλλης ή απλά του τερματισμού μιας ζωής, επειδή δεν ήμασταν ακόμη έτοιμοι να υλοποιήσουμε την αναγκαία αλλαγή.

Κυριακη Τσιμπουρη

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2015

Σχεση εσωτερισμου - δογμα

Μάλλον ταυτίζεται - λανθασμένα - ο Εσωτερισμός με το δόγμα....
Εννοιολογικά Εσωτερισμός είναι η πρακτική και το σύστημα διδαχής ΚΑΘΕ διδασκαλίας που παρουσιάζεται και διαπραγματεύεται "εσωτερικά" ενός κλειστού χώρου, όπου πρόσβαση έχουν επιλεγμένα άτομ
α. Με την έννοια αυτήν ο Εσωτερισμός περιλαμβάνει και τον Τεκτονισμό.

Ο Εσωτερισμός λοιπόν περιλαμβάνει κάθε μορφής Γνώση και κατ΄επέκταση κάθε Γνώση που προέρχεται από την εμπειρία - είτε αυτή είναι εξωτερική είτε εσωτερική - κατόπιν επιστημονικής έρευνας και εν γένει φιλοσοφικής ανάλυσης των προϊόντων της εμπειρίας. Έτσι διακρίνουμε δύο γενικές κατηγορίες, ανάλογα με την εμπειρία, τον Αποκρυφισμό που έχει ως πεδίο έρευνας τις εξωτερικές εμπειρίες και τον Μυστικισμό που διαπραγματεύεται τις Εσωτερικές εμπειρίες.

Όλες οι επιστήμες προτού γίνουν προσβάσιμες από κάθε άνθρωπο και προτού κοινοποιηθούν δημόσια, με λίγα λόγια προτού Εξωτερικευθούν, απάρτιζαν μέρος των εσωτερικών διδασκαλιών και εν γένει του Εσωτερισμού. Έτσι, η "οικοδομική" Τέχνη, περιλαμβάνονταν στον Εσωτερισμό, καθότι διδάσκονταν σε "κλειστές" Συντεχνίες "Εσωτερικά" και έγινε Εξωτερική Επιστήμη, όταν εντάχθηκε ως διδακτικό πεδίο στα πανεπιστήμια. Αντίστοιχα. Γνώση σχετική με εσωτερικές εμπειρίες, γέννησε την Εξωτερική Επιστήμη της Ψυχολογίας - αν και η Αγγλοσαξωνική επιστημονική κοινότητα αρνούνταν μέχρι πρόσφατα να την αποδεχθεί ως Επιστήμη και την κατέτασσε υποτιμητικά στις "Τεχνικές"....

Η Εσωτερική Φιλοσοφία ήταν αυτή που όρισε ως "εργαλείο" διαπραγμάτευσης των διαφόρων γνωστικών πεδίων, τον "Ορθό Λόγο", με αποτέλεσμα από πολύ νωρίς ιστορικά να συγκεντρώσει πάνω της όλα τα πυρά και το μίσος των εκπροσώπων των δογμάτων και μέχρι σήμερα να διώκεται απηνώς από τις θρησκείες.

Δυστυχώς, επειδή τα δόγματα ολοσχερώς εξανεμίζονταν από τον ορθό λόγο της εσωτερικής φιλοσοφίας, αδυνατώντας να αντιπαραταθούν σε αυτήν, επέλεξαν πρώτον την καταδίωξή της και όταν απέβησαν μάταιοι οι διαρκείς διωγμοί, πονηρά σκεπτόμενοι, κατάφεραν να εισέλθουν στις εσωτερικές σχολές και να αλλοιώσουν αυτές εκ των έσω, δηλητηριάζοντάς τες με δογματισμούς, αφορισμούς και μυσαρό ανορθολογισμό.

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

ΠΕΤΡΟΣ ΓΡΑΒΙΓΓΕΡ



Γεννήθηκε στις 23/11/1904 στην Αθήνα. Σπούδασε Χημεία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ηλεκτρολογία στην Γερμανία.

Από την νεαρή του ηλικία, αισθάνθηκε έλξη προς τον Εσωτερισμό και τις Απόκρυφες Επιστήμες καίτοι την ίδια περίοδο, είχε επιδοθεί στις έρευνες και τις πειραματικές κατασκευές ηλεκτρονικών συσκευών, πρωτοποριακές για την εποχή του. Ακόμα, μικρές πραγματείες στα θέματα Ηλεκτρολογίας και Χημείας (ανέκδοτες). Κατασκεύασε προπολεμικά την πρώτη μαγνητοφωνική συσκευή και άλλες ανάλογες επινοήσεις, στον χώρο των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών εφαρμογών.

Μετά την επιστροφή από την Γερμανία, όπου γνώρισε την σύντροφο της ζωής του Έλσα, την οποία και νυμφεύτηκε κατά τον Ορθόδοξο Χριστιανικό Τύπο, απέκτησε μια κόρη. Προσελήφθη ως ανώτερος υπάλληλος στον ΟΤΕ και πριν την συνταξιοδότησή του έφθασε στον βαθμό του Διευθυντή.

Ήταν πνεύμα ανήσυχο και ακούραστο. Επισκοπώντας την φύση γύρω του, τους ανθρώπους, τον έναστρο ουρανό, το μυστήριο της δημιουργίας και της απανταχού πνοής του παντός, εισήλθε εραστής και ερευνητής, στο αμφιθέατρο της Αιωνίου Σοφίας. Εργάσθηκε μέχρι των τελευταίων ωρών του βίου του, προσπαθώντας να ανυψώσει τον σύγχρονο άνθρωπο, με τα έργα και τα παραδείγματά του, σε ένα αναγωγικό και υπερβατικό επίπεδο γνώσεως και εσωτερικής ανόδου.

Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Θεοσοφικής Εταιρείας, αλλά και ακούραστος εργάτης στο να συνδράμει τις προσπάθειες των πρώτων ταγών για την εγκαθίδρυση του Τάγματος του Κρίνου και του Αετού, στην Ελλάδα. Μυήθηκε στον Τεκτονισμό, όπου αξιώθηκε στους ανώτερους βαθμούς, αλλά και στην Εταιρεία Ψυχικών Ερευνών (του Α. Τανάγρα). Ακολούθως εργάσθηκε για την ίδρυση του Πυθαγορικού Τάγματος του «Χρυσού Ρόδου» (ORDO ROSAE AUREAE) στην Ελλάδα.


Από νωρίς αποφάσισε να εμπλουτίσει την Ελληνική Εσωτερική Γραμματεία με κατά το δυνατόν εκλεκτά και σοβαρά βιβλία. Επιδόθηκε στην συγγραφή πρωτοτύπων και στην μετάφραση από την γερμανική και γαλλική γλώσσα, επίλεκτων μελετών, που δημοσιεύτηκαν υπό τον γενικό τίτλο «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΣΦΙΓΓΟΣ». Παράλληλα υπήρξε ιδρυτής της επιθεώρησης «ΣΦΙΓΞ» της οποίας εξεδόθησαν 10 τόμοι.

Το έργο του χαρακτηρίζεται από την αμερόληπτη συγκέντρωση παραδοσιακού υλικού, με κατά το δυνατόν επιστημονικό πνεύμα, τόσο στην θεωρία όσο και στην πρακτική πλευρά, όπου πρωτίστως τονίζεται η εσωτερική και μυητική πλευρά και αποφεύγεται το θαυμαστό και οι ψευδομυητικές φαντασιοπληξίες.

Πολλές άλλες εργασίες του, ανάγονται σε μεταφράσεις κλασσικών ξένων έργων. Υπήρξε λάτρης του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος και ήταν πολλές οι εργασίες του, επί της αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας.

Από τους ξένους εσωτεριστές, εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Γάλλο RENE GUENON (1886-1951), του οποίου μετέφρασε ορισμένα έργα.

Έγραψε και εξέδωσε συνολικά πάνω από 100 βιβλία, με σημαντικότερο την επτάτομο «ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΕΣΩΤΕΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΚΡΥΦΟΥ ΓΝΩΣΕΩΣ», εργασία παγκοσμίως μοναδική και πρωτότυπη.

Έφυγε μετά από βραχεία ασθένεια, σε ηλικία 85 ετών. Είχε πολλούς μαθητές, όμως κανείς τους δεν τον μιμήθηκε σε παρόμοιο συγγραφικό έργο.
Υπήρξε μοναδικός!

Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2015

ONE FAMIGLY!!!!

Η απουσία του Σπύρου Παίζη επήλθε την ώρα που ο θεσμός στην χώρα έχει άμεση ανάγκη ανθρώπων με την σοφία και την μετριοπάθεια, που διέκρινε τον αγαπημένο αδελφό μας.

Τα προβλήματα που έχουν επισωρευθεί στο χώρο είναι πολλά και δύσκολα.

Για να ξεπερασθούν απαιτείται πέραν της σοφίας και της μετριοπάθειας, μεγάλη δύναμη ψυχής.

Η πολιτική της διαχείρισης των προβλημάτων δεν μπορεί να δώσει ελπίδα.
Χρειάζεται υπέρβαση.

Και υπέρβαση μπορεί να γίνει μόνο αν ξεφύγουμε από τις όποιες εμμονές μας, αναζητώντας το διαφορετικό.

Η κοινή προσπάθεια πρώτα απ’ όλα θα ενισχύσει το στοιχείο της συλλογικότητας και θα αποτρέψει την εσωστρέφεια και τις διαλυτικές τάσεις που υπάρχουν.

Θα προσφέρει περισσότερες λύσεις και προοπτικές.

Το πρώτο μεγάλο βήμα θα γίνει όταν κατοχυρώσουμε την ενότητα και τη συλλογικότητα.

Όλοι μαζί χωρίς αποκλεισμούς η διακρίσεις.

Ο σκοπός της ενότητας ίσως να μην είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί άμεσα.

Αυτό όμως που μπορεί και επιβάλλεται να γίνει είναι τα πρώτα βήματα για την πραγματοποίηση του σκοπού αυτού.

Είναι απαράδεκτο να μεταβάλλεται το κορυφαίο θεσμικό όργανο του χώρου από εργαλείο ενότητας σε όπλο διάλυσης και καταστροφής.

Η διοίκηση της  ΜΣΤΕ δεν έπρεπε να συμμετάσχει η  παρασυρθεί στη διελκυστίνδα των αντιπαλοτήτων.

Τα θέματα αλληλοαναγνωρίσεων με την ΕΜΣΤΕ θα έπρεπε να έχουν προαχθεί.

Η εμπλοκή της υπέρ της μιας η της άλλης πλευράς στο Σκωτικό τύπο θα έπρεπε να είχε αποφευχθεί το 2008 και συνεχώς έκτοτε.

Οι διαφορές με τους Ιππότες θα έπρεπε να είχαν ξεπερασθεί.

Και όχι μόνο αυτό.

Θα έπρεπε άμεσα να ασκήσει την επιρροή της για συμβιβαστική επίλυση των θεμάτων και όχι να ρίχνει λάδι στη φωτιά, γιατί η φωτιά θα μεγάλωνε και θα έκαιγε και την ίδια, πράγμα που συμβαίνει σήμερα.

Οι διοικήσεις της ΜΣΤΕ τα τελευταία χρόνια έκαναν τραγικά και μεγάλα λάθη, που σήμερα απειλούν ακόμα και την ίδια της την ύπαρξη.

Συμπεριφέρθηκαν με επαρχιώτικο κομματισμό,  αλαζονεία και ιδιοτέλεια και ιδού τα αποτελέσματα.

Και δυστυχώς αντί να πάρει τον έλεγχο της κατάστασης στα χέρια της και να φέρει άμεσα αποτελέσματα συναίνεσης και αποκατάστασης, έστω και λίγων προβλημάτων,  συμμετέχει στις αντιπαλότητες, τις μεγεθύνει και τις οδηγεί σε εκρηκτικά όρια παραμονές εκλογών.

Παραμονές της συνελεύσεως των αντιπροσώπων και ενώ έχει σαν άμεση υποχρέωση να προετοιμάσει ώστε η συνέλευση να γίνει σε ενωτικό αδελφικό κλίμα, με νηφαλιότητα αυτή επιδίδεται σε κομματικό όργιο, προκειμένου να εξουδετερώσει τους αντιπάλους της.

Το κάνει μάλιστα κατά τον πλέον άκομψο και ευτελή τρόπο, αναπαράγοντας τις θλιβερές πρακτικές τους.

Για να δημιουργήσει οπαδούς και για να αποφύγει την πίεση του στρατού του δευτέρου ορόφου, δημιουργεί αντίπαλες στρατιές, με απονομές αξιωμάτων, ίδρυση νέων τάξεων και βαθμών η απαξίωση του Σκωτικού τύπου  ( κοσμήτορες, επιθεωρητές, Τάξη του Μεγ. Κωνσταντίνου κλπ).

Η πρόσφατη επέμβασή της στο Σκωτικό Τύπο, προκειμένου να απαξιώσει τους αντιπάλους της, ήταν καταστροφική γιατί δεν απαξίωνε μόνο τους διεκδικητές της εξουσίας, αλλά το θεσμό γενικά.

Οι ευθύνες του Μανέα είναι μεγάλες αλλά στην πλέον κρίσιμη ώρα, παραμονές των εκλογών, οι ευθύνες της παρούσας διοίκησης, σαν θεσμικού οργάνου διαφύλαξης της ενότητας είναι πολύ μεγαλύτερες.

Αντί με την συμπεριφορά της να τον θέσει στο περιθώριο, επιβάλλοντας άμεσα  τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, υιοθέτησε και αναπαρήγαγε τις καταστροφικές πρακτικές του, πράγμα τραγικό για ένα θεσμικό όργανο.

Ο Κούτσης και ο Βουργίδης έχουν απόλυτο δίκιο όταν στις επιστολές τους επισημαίνουν τον άμεσο κίνδυνο διάλυσης.

Κάποτε θα πρέπει να αφήσουμε τα μέταλλα προ του ναού και να πάψουμε να βλέπουμε αντιπάλους η εχθρικές παρατάξεις.

Μόνο αδέλφια υπάρχουν σ’ αυτή την οικογένειΑ!!!

ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΤΟ TEKTON33

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

Η ΖΩΓΡΑΦΙΑ του Φιλτ.αδ ΑΕΤΟΥ ΤΖΙΦΑΚΗ

Αν είχα την ικανότητα να ζωγραφίζω και μου ερχόταν η επιθυμία να ζωγραφίσω έναν «κανονικό Τέκτονα», θα τον ζωγράφιζα σε ένα καμβά κατασκευασμένο από νήματα παρμένα απ’ όλο τον κόσμο για να δείξω με τον τρόπο αυτό, την παγκοσμιότητα του Τεκτονισμού.
Θα φρόντιζα το στημόνι και το υφάδι του καμβά μου, να είναι πολύ σφικτό, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να τονίσω και συμβολίσω, για άλλη μια φορά, τους πολύ σφικτούς δεσμούς που είναι και που πρέπει να είναι οι μεταξύ των Τεκτόνων δεσμοί.
Το υλικό γενικά του καμβά, θα ήταν της πιο υψηλής ποιότητας, γιατί, όπως οι Τεκτονικές αρχές άντεξαν στο πέρασμα των χρόνων, έτσι και ο καμβάς μου, που πάνω του θα ζωγράφιζα τον Τέκτονα, θα ήθελα να αντέξει στα χρόνια που θάρθουν. 
Πριν ξεκινήσω την ζωγραφιά μου, θα φρόντιζα ο καμβάς μου πάνω στον οποίο θα ζωγράφιζα, να είναι κατάλευκος και ακηλίδωτος, για να μου θυμίζει (όταν θα ζωγραφίζω), ότι η συμπεριφορά του Τέκτονα που θα ζωγραφίσω, ήταν σ’ όλη του τη ζωή λευκή και ακηλίδωτη.
Το ίδιο άλλωστε συμβολίζει και το λευκό περίζωμα του Τέκτονα, όπως μου έμαθαν οι Δάσκαλοί μου στον Τεκτονισμό.
Γιατί, όπως το λευκό χρώμα είναι η σύνθεση όλων των χρωμάτων του ουράνιου τόξου, έτσι και η κατάλευκη επιφάνεια του καμβά μου, πάνω στον οποίο θα ζωγράφιζα, θα μου θύμιζε συνέχεια ότι παρά το γεγονός ότι το λευκό χρώμα είναι το άθροισμα ή η σύνθεση όλων των χρωμάτων, εν τούτοις η ζωγραφιά του Τέκτονα που θα ζωγράφιζα, θα συμβόλιζε την μοναδικότητα του Τέκτονα της ζωγραφιάς μου, μέσα στην παγκόσμια Αδελφότητα των Τεκτόνων.
Το πλαίσιο που θα στερέωνα τον καμβά μου, όπως και το τρίποδο αλλά και το τελικό κάδρο της ζωγραφιάς μου, θα φρόντιζα να είναι από ξύλο ακακίας που δεν φθείρεται με το πέρασμα του χρόνου.
Τα τρία πόδια του τριπόδου που θα στερέωνα το πλαίσιο του καμβά μου για να ζωγραφίσω, θα μου θύμιζαν τις τρείς στήλες, Σοφίας Ισχύος και Κάλους της Στοάς μου, που τώρα θα μου ήταν αναγκαίες, η μεν της Σοφίας (για την επινόηση των γραμμών της ζωγραφιάς μου) της Ισχύος (για την στήριξη της προσπάθειάς μου) και του Κάλους (για τον στολισμό του τελικού αποτελέσματος της ζωγραφιάς μου.
Αν και ζωγραφίζοντας θα αναγκαζόμουν να προσθέσω πολλά χρώματα στην κατάλευκη επιφάνεια του καμβά, εν τούτοις η αρχική λευκή του επιφάνεια, θα μου θύμιζε συνέχεια ότι ο Τεκτονισμός δεν εκτιμά τον άνθρωπο ανάλογα με τον πλούτο ή τα αξιώματά του, αλλά ανάλογα με τα εσωτερικά του εκείνα χαρίσματα, που τον κατέστησαν άξιο για να λέγεται Τέκτων.
Ξεκινώντας την ζωγραφιά μου, θάβρισκα κάποιο τρόπο, να αρχίσω χρησιμοποιώντας πρώτα πρώτα, το χρυσαφί χρώμα. 
Και τούτο γιατί το χρώμα αυτό ταιριάζει στην Θεότητα, που η πίστη σ’ Αυτήν και «,,,την αποκεκαλυμμένη θέλησή Της» αποτελούν την βασική προϋπόθεση εισδοχής στον Τεκτονισμό.
Στη ζωγραφιά μου, θα χρησιμοποιούσα πολλές σκιές του κόκκινου, του μαύρου, του λευκού, του κίτρινου και του καφέ, για να συμβολίζουν τα χρώματα αυτά, όλες τις φυλές του κόσμου.
Και τούτο γιατί, οι Τέκτονες πιστεύουν ότι όλοι οι άνθρωποι (ανεξάρτητα του αν είναι σπουδαίοι ή άσημοι, ανεξάρτητα από την φυλή το χρώμα ή την θρησκεία τους) είναι ίσοι και Αδελφοί, συγκάτοικοι αυτού του ωραίου πλανήτη και παιδιά του ενός και μοναδικού Μεγάλου Δημιουργού του Σύμπαντος.
Θα χρησιμοποιούσα επίσης στη ζωγραφιά μου, πολύ γαλάζιο χρώμα, γιατί το χρώμα αυτό, είναι το χρώμα της πίστεως.
Θα προσπαθούσα νά βρισκα τρόπο ώστε η ζωγραφιά μου, από μόνη της να έκανε φανερή την πίστη του Τέκτονα στα Αρχαία Τεκτονικά Καθήκοντα και Οριοθέσια του Μονοθεϊσμού, της Βίβλου του Νόμου και με τις επιπρόσθετες πεποιθήσεις και υποχρεώσεις, που δεν θα περιλάμβαναν τίποτε το αντιτιθέμενο προς τα καθήκοντα του Τέκτονα προς τον Θεό, την Πατρίδα, τον πλησίον και τον εαυτό του. 
Έχοντας υπόψη την προς τον συνάνθρωπο αγάπη του Τέκτονα, θα ανακάτευα τα χρώματά μου έτσι ώστε να μη χάσω τα βασικά χαρακτηριστικά κανενός Τέκτονα, γιατί ο Τεκτονισμός κατά που μου έμαθαν οι Τέκτονες Δάσκαλοί μου, είναι «ενότητα μέσα στη διαφορετικότητα».
Και επειδή ο Τεκτονισμός εκτιμά την ακεραιότητα του κάθε Τέκτονα ξεχωριστά, η συγκεκριμένη ζωγραφιά μου δεν θα έμοιαζε με κάποιο συγκεκριμένο Τέκτονα. 
Θα ταίριαζε με όλους τους ανθρώπους που στο ταξίδι τους σ’ αυτή τη ζωή, έχουν βάλει σαν σκοπό τους την αναζήτηση όλο και περισσότερου Φωτός.
Θα ζωγράφιζα τον Τέκτονα σαν ένα μάστορα τον Ναού, που δουλεύοντας με τα σχέδια και τον πίνακα χαράξεως του Μεγάλου Αρχιτέκτονα του Σύμπαντος, ατενίζει με ελπίδα την Ανατολή.
Γιατί όπως ο Ήλιος ανατέλλει στην Ανατολή για να αρχίσει την τροχιά της ημέρας, έτσι και για τον Τέκτονα, η έμπνευση και το Φως της Ανατολής είναι εκείνα που τον οδηγούν στην προσπάθειά του για την βελτίωση του εαυτού του και κατ επέκταση και της κοινωνίας στην οποία ζει. 
Αν είχα την ικανότητα να ζωγραφίσω ένα Τέκτονα, θα τον ζωγράφιζα σε ένα πλαίσιο γεμάτο με όλα τα εργαλεία του Τεκτονισμού.
Το κάδρο στο οποίο θα έβαζα την ζωγραφιά μου, θα το κατασκεύαζα από ξύλο ακακίας για να μη φθαρεί με τον χρόνο και θα το έβαφα μαυρόασπρο σαν τον οδοντωτό κόρυμβο του Τάπητά μας.
Στις τέσσερις γωνίες του, θα ζωγράφιζα τέσσερις θυσάνους (όπως και στον οδοντωτό κόρυμβο που περιβάλει τον Πίνακα Χαράξεως της Στοάς μου) για να συμβολίζουν τις τέσσερις αναγκαίες αρετές του Τέκτονα, την εγκράτεια, την γενναιότητα, την σύνεση και την δικαιοσύνη.
Όταν θα ολοκλήρωνα την ζωγραφιά μου, θα την εξέθετα στο κοινό, ώστε ο κόσμος να εκτιμήσει την αξία της και τελικά θα την αφιέρωνα στον ΜΑΤΣ 
Ο κατ επιθυμίαν... ζωγράφος...Α.Τzιφάκης ...

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

ΘΡΗΣΚΕΙΑ και ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ

ATHANASIOS PALLIS
Για να μπορέσω να συνεχίσω στη παρουσίαση του θέματος, θεωρώ απαραίτητο πρώτα να ορίσουμε τη λέξη «μεταφυσική» και κατόπιν τη λέξη «θρησκεία», που, όπως θα παρατηρήσετε, δεν είναι ορισμοί δικής μου επινοήσεως και τους οποίους εγώ προσωπικά αποδέχομαι.
Χρειαζόμαστε μία τέτοια βάση όταν εργαζόμαστε με παρόμοιους όρους, διότι αλλιώς απεραντολογούμε, αοριστολογούμε και σίγουρα παρανοούμε.
Ειδικά όταν στις μέρες μας είναι κυριολεκτικά της μόδας ο όρος «μεταφυσική», που ο κάθε τυχάρπαστος παρουσιάζει όπως τα συμφέροντα και ο, ας πούμε, εγκέφαλός του ορίζουν.
Έτσι, μεταφυσική σήμερα είναι και η αστρολογία και τα φαινόμενα στην Πεντέλη και οι αναδρομές σε προηγούμενες ζωές και τα φαντάσματα και ο πνευματισμός και οι χαρτορίχτρες και οι καφετζούδες και ο διαλογισμός και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο.
Σίγουρα θα έχετε δει στην τηλεόραση αυτόν τον πολύ όμορφο τίτλο κάτω από κάποιους ομιλητές : «Μεταφυσικός ερευνητής»...
Δηλ. τι έχει σπουδάσει αυτή η... αυθεντία ;;; Μεταφυσική και έρευνα;;;
Εγώ θα προτιμούσα να τους αποδώσω τον τίτλο του Χ.Α.Α., όπερ σημαίνει : «Χαραμοφάης, Αεριτζής, Απατεών». Άνθρωπος που δεν δύναται ή φοβάται να βγάλει αλλιώς το μεροκάματο, μιας και η ζωή δεν είναι εύκολη.
Ας μου συγχωρεθεί αυτή η διάθεση χιούμορ ή σαρκασμού, όπως θέλετε πείτε το, αλλά δεν θα κινηθώ παρομοίως, ούτε θα θέσω υπό εξέταση τους παραπάνω όρους τόσο φαιδρά και αόριστα.
Μετά λοιπόν το σύντομο αυτό πρόλογο, ας δούμε τι ορίζουν ως «μεταφυσική» τα λεξικά και η φιλοσοφία γενικότερα :
Σύμφωνα με τον Γρηγ. Κωσταρά – καθηγητή της Φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών - και το βιβλίο του «Φιλοσοφική Προπαιδεία», η «μεταφυσική» είναι ο θεμελιώδης φιλοσοφικός κλάδος που ασχολείται με το Είναι. Είναι η θεωρία περί του Είναι. Ο φιλόσοφος εδώ αγωνίζεται να γνωρίσει την πίσω από τα φαινόμενα κρυμμένη πραγματικότητα. Ζητεί την όπισθεν των αισθητών όντων ( : των όντων ως φαινομένων ) εσχάτη πραγματικότητα, η οποία αποτελεί την αιτία και το θεμέλιο του αισθητού κόσμου, όπως λ.χ. η «δύναμη» είναι η πρωταρχή της κινήσεως.
Η «μεταφυσική» είναι ο θεμελιώδης φιλοσοφικός κλάδος που ασχολείται με το Είναι. Είναι η θεωρία περί του Είναι. Ο φιλόσοφος εδώ αγωνίζεται να γνωρίσει την πίσω από τα φαινόμενα κρυμμένη πραγματικότητα. Ζητεί την όπισθεν των αισθητών όντων ( : των όντων ως φαινομένων ) εσχάτη πραγματικότητα, η οποία αποτελεί την αιτία και το θεμέλιο του αισθητού κόσμου, όπως λ.χ. η «δύναμη» είναι η πρωταρχή της κινήσεως.
Υπό αυτή την έννοια η μεταφυσική είναι θεμελιώδης επιστήμη, στο έδαφος της οποίας βρίσκονται οι ρίζες όλων των άλλων φιλοσοφικών κλάδων. Είναι η επιστήμη που έχει ως θέμα την ουσία, τον έσχατο λόγο και το νόημα του όντος. Ερευνά γενικά τα στοιχεία και τις βασικές προϋποθέσεις κάθε όντος. Ερμηνεύει τις βαθύτερες συναρτήσεις και αναζητεί το παραμένον, το σταθερό μέσα στο ποτάμι των αλλαγών και των φανερώσεων. Τούτο το σταθερό, το αναλλοίωτο, είτε γενικές και καθολικές ιδέες είναι αυτό, είτε «πράγμα καθ’ εαυτό» ( : das Ding an sich ), η μεταφυσική το βλέπει ως το μόνο αληθινό, ως το «όντως ον». Γι’ αυτό η μεταφυσική ονομάζεται και «Οντολογία» ή «Πρώτη Φιλοσοφία», όπως ήθελε ο Αριστοτέλης.
Η μεταφυσική ως φιλοσοφική επιστήμη που εξετάζει τις γενικότατες αρχές και τους όρους του Είναι, είναι Οντολογία. Ο όρος όμως «Οντολογία» χρησιμοποιείται και με έννοια στενότερη, ειδικότερη. Έτσι η μεταφυσική ως «Οντολογία» είναι η θεωρία για τα όντα, ως «Κοσμολογία» η θεωρία για την ουσία του κόσμου, ως «Ανθρωπολογία» η φιλοσοφική επιστήμη για τον άνθρωπο και ως «Θεολογία» η διδασκαλία για την ύπαρξη και την ουσία του Θεού. Η διάκριση αυτή δεν αναιρεί τον ισχυρισμό όσων δικαίως ταυτίζουν τη μεταφυσική με την Οντολογία. Αντίθετα τον επιβεβαιώνει, αφού κόσμος - άνθρωπος – Θεός έχουν τον χαρακτήρα του όντος.
Ο όρος «Μεταφυσική» προήλθε από την κατάταξη των έργων του Αριστοτέλους που ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος έκανε κατά το 70 π.Χ. περίπου. Ο σπουδαίος αυτός Αριστοτελικός φιλόσοφος ενέταξε την «πρώτη φιλοσοφία» μετά τα «Φυσικά» συγγράμματα. Η τοποθέτηση αυτή ασφαλώς δεν είναι τυχαία, αφού η «πρώτη φιλοσοφία» ερευνούσε τις πρώτες αρχές και αιτίες των όντων και τα οποία είναι και το αντικείμενο της μεταφυσικής.
Η «Μεταφυσική» ως επιστήμη είναι αρχαιότερη όμως. Οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι θέτοντας το ερώτημα για την πρώτη αρχή και αιτία, στην οποία οφείλουν την ύπαρξή τους όλα τα όντα, αναδείχθηκαν ως οι πρώτοι μεταφυσικοί. Ο Πλάτων όρισε τη μεταφυσική ως θεωρία περί του Είναι και χώρισε τα είδη του Είναι διακρίνοντας τα πράγματα σε αισθητά και νοητά. Το αισθητό Είναι, πάλι, η Πλατωνική μεταφυσική το διαιρούσε σε άψυχο και έμψυχο, σε ύλη και ζωή. Το αισθητό είναι το φθειρόμενο ή μεταβαλλόμενο, το νοητό είναι το σταθερό. Το νοητό επομένως είναι το όντως ον, οι ιδέες. Οι ιδέες ως το πραγματικό Είναι έχουν Ζωή. Η Ζωή είναι το γνώρισμα του Είναι.
Η μεταφυσική επιζητεί να αναγάγει το πλήθος των όντων σε μία αιτία, ευρισκόμενη πέρα της φύσεως και ούσα ριζικώς διαφορετική από αυτήν (natura aliqua). Ο Θεός υπάρχει, βεβαίως, αλλ’ ως απρόσωπη αιτία και πρωταρχή, ως μία διάσταση π.χ. στην οποία ανάγεται και από την οποία κατάγεται ο κόσμος.
Σημαντικότατο εδώ να τονίσουμε είναι ότι, κατά την φιλοσοφία υπάρχουν και οι λεγόμενες αποδείξεις περί υπάρξεως του Θεού και οι οποίες πολύ επιγραμματικά είναι :
i) Η κοσμολογική απόδειξη, η οποία συνάγει από το μεταβλητό των όντων την αναγκαία ύπαρξη ενός αμετάβλητου όντος ως αιτίας του εαυτού του και των άλλων ( το πρώτον κινούν ακίνητον του Αριστοτέλους ).
ii) Η τελολογική απόδειξη η οποία συμπεραίνει από την τάξη και τον ρυθμό του κόσμου την ύπαρξη ενός δημιουργού αυτής της τάξεως, του Θεού, αφού τα ίδια τα όντα δεν μπορούσαν να είχαν θέσει αυτή τη σκόπιμη τάξη, υποκείμενα σε αυτήν.
iii) Η ηθική απόδειξη, κατά την οποία η ηθική τάξη του κόσμου επιβεβαιώνει την ύπαρξη Θεού, δημιουργού και εγγυητού της ηθικής αυτής τάξεως (του δικαίου) έναντι της υπάρχουσας στον κόσμο αδικίας. Πρόκειται για το αίτημα, την αναπόδεικτη αλλά αναγκαία για την εξήγηση γεγονότων αξίωση του Καντ.
iv) Η οντολογική απόδειξη συνάγει την ύπαρξη του Θεού από την έννοια αυτού ως υψίστου και τελειοτάτου όντος. Η ιδέα αυτή του Θεού ως υψίστου όντος περιέχει μέσα του το ίδιο το «υποκείμενο» στο οποίο αναφέρεται δηλ. τον Θεό (Άνσελμος).
v) Η ιστορική απόδειξη η οποία στηρίζεται στο ότι όλοι οι λαοί όλων των εποχών πίστευαν σε Θεό ή θεούς. Αυτή η γενικώς διαδεδομένη πίστη στη ύπαρξη του Θεού κρύβει το Είναι του Θεού. Ο Πλούταρχος σημειώνει : « Περιοδεύοντας θα συναντήσεις και πόλεις ατείχιστες, αγράμματες, αβασίλευτες, ακατοίκητες,... όμως ανίερη και άθεη πόλη... κανένας δεν είδε ούτε θα ιδεί... ».
Αυτά τα ολίγα περί μεταφυσικής και φιλοσοφίας και ας δούμε τώρα τον ορισμό της λέξεως θρησκεία σύμφωνα με τα λεξικά :
i) Η περί υπάρξεως Θεού πίστις και η προς αυτόν λατρεία.
ii) Το σύνολον των δοξασιών των σχετικών προς εις θεούς ή Θεόν πίστιν.
iii) Η αφοσίωσις εις ανώτερον ιδεώδες ή σύμβολον.
Εδώ, θα μπορούσα να κάνω δύο πράγματα αυτή τη στιγμή : Να κλείσω το άρθρο μου και να σας ευχαριστήσω που με διαβάσατε ή να μεταφέρω αυτούσια τα όσα προανέφερα, βάζοντας όμως όπου «μεταφυσική» τη λέξη «θρησκεία» και να σας ευχαριστήσω που με ανεχθήκατε, μιας και είναι ολοφάνερο ότι η θρησκεία είναι μεταφυσική. Αρχή, θεμέλιο, αντικείμενο και τελικός στόχος και αυτής είναι ο Θεός, το Τέλειον Ον, το Ιδεώδες, το Άφθαρτο και Αναλλοίωτο. Μία όμως πιο προσεκτική ματιά μας αναγκάζει να δούμε διαφορές ανάμεσα στην μεταφυσική ως βασικότατο κλάδο της φιλοσοφίας όπως προαναφέρθηκε - και που σε αυτήν αναφέρομαι και στηρίζω τα όσα γράφω - και τη θρησκεία. Τώρα βλέπουμε τη λέξη πίστη να εισβάλλει. Όσα διαπιστώνονται λογικά και συστηματικά στη φιλοσοφία, αποκαλύπτονται συμβολικά, δογματικά ή τελετουργικά στη θρησκεία. Ο φιλόσοφος υπακούει στην αυθεντία της γνώσεως. Ο θρησκευόμενος στη θέρμη της πίστεως.
Αυτό δεν σημαίνει όμως αμφισβήτηση του επιστημονικού χαρακτήρα της θεολογίας και άρνηση της θρησκείας, υπογραμμίζουν απλώς τη βασική διαφορά ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη θρησκεία. Φιλοσοφική γνώση και θρησκευτική πίστη ίστανται σε διαφορετικά επίπεδα. Γι αυτό η θρησκευτική πίστη δεν είναι δυνατόν ούτε να αποδειχθεί ούτε να αναιρεθεί από την Λογική και την εμπειρική επιστήμη, πράγμα που και ο Καντ υποστήριζε. Κάθε περιοχή έχει τα δικά της προβλήματα και την δική της αλήθεια, πράγμα που οδήγησε σε μία μεγάλη διαμάχη. Έτσι είτε η θρησκεία στρέφεται ενάντια στη φιλοσοφία είτε η φιλοσοφία στη θρησκεία. Η οξεία αυτή αντίθεση κορυφώνεται στην πρώτη περίπτωση με τη δήλωση του Λουθήρου που ονόμασε την ανθρώπινη λογική πόρνη του διαβόλου, στη δε δεύτερη με την αντιεπιστημονική ρήση του Μαρξ που χαρακτήρισε τη θρησκεία όπιο του λαού.
Ασφαλώς η φιλοσοφία δεν ταυτίζεται με τη θρησκεία και οι διαφορές ως προς το περιεχόμενο, τη μέθοδο και τα μέσα γνώσεως και έρευνας είναι σημαντικές ανάμεσά τους. Όμως η μεταφυσική χροιά είναι ανώλεθρη. Ήδη ο Πλάτων είδε τον τελικό σκοπό της φιλοσοφίας στη «θέα του αγαθού» και την «ομοίωσιν αυτώ» ( μήπως μας θυμίζει κάτι αυτό; ) και ο Αριστοτέλης έβλεπε τη διδασκαλία για τον Θεό, τη θεολογία, ως έναν από τους τρεις βασικούς κλάδους της θεωρητικής φιλοσοφίας. Στον Καντ επίσης κάθε γνώση βρίσκεται σε άμεση σχέση με την ιδέα της ψυχής, του κόσμου και του Θεού. Ο Γιάσπερς εξ άλλου προσδιόρισε ως τρεις θεμελιώδεις λειτουργίες τον προσανατολισμό στον κόσμο τον υπαρξιακό φωτισμό και την άνοδο προς το Επέκεινα, στο Περιέχον τους δύο άλλους ορίζοντες, δηλ. τον άνθρωπο και τον κόσμο, λειτουργίες που είναι οι ίδιες με εκείνες κάθε θρησκείας. Προς τούτο χρειάζεται κατά τον Κίρκεγκωρ ένα απ-εγνωσμένο άλμα στο χώρο του Παρα-δόξου, του Παρα-λόγου, το α-νοήτου. Απαιτείται η συντριβή του λόγου, η σταύρωση της λογικής, που όμως σημαίνει σωτηρία και ανάσταση για την ύπαρξη. Λογική όμως συμφιλίωση ανάμεσα στις δύο αυτές κατηγορίες αληθειών – όπως τις διέκρινε ο Λέσσιγκ – δίχως να παραβιασθούν οι λογικοί κανόνες είναι αδύνατη και θα συνιστούσε «μετάβασιν εις άλλο γένος», σύμφωνα με την άποψη του Αριστοτέλους.
Στην υψηλή αυτή συνάντηση φιλοσοφίας και θρησκείας σπεύδει να λάβει μέρος και η επιστήμη με την σύγχρονη και διευρυμένη αντίληψή της περί κόσμου, ανθρώπου και Θεού. Στην φύση η ύλη δεν είναι εξολοθρεύσιμη. Δεν καταστρέφεται παρά μετατρέπεται σε ενέργεια. Ούτε ένα μόριο δεν εξαφανίζεται δίχως να αφήσει ίχνη. Η φύση δεν γνωρίζει εξόντωση παρά μόνον μετασχηματισμό. Ο μετασχηματισμός αυτός είναι μία μορφή αθανασίας. Η ιδέα της αθανασίας είναι θελκτική για την ανθρώπινη διανόηση. Η θρησκεία πιστεύει σε αυτήν, ενώ η φιλοσοφία με τον άμετρο ιδρώτα του λόγου της ανοίγει δρόμους που οδηγούν σε αυτήν την πίστη. Φιλοσοφική γνώση και θρησκευτική πίστη ενισχύουν μία ζώσα πνευματική πρό-οδο και γίνονται όργανα μετασχηματισμού της συνειδήσεως του ανθρώπου, δηλ. αποκαλύψεως του Θεού ή ζωντανής παρουσίας του Απροσίτου μέσα στη ανθρώπινη συνείδηση. Έτσι γνώση και πίστη είναι συλλειτουργοί της Αιώνιας Αλήθειας.
Η μία ακολουθεί τα βήματα του λόγου, η άλλη τους χτύπους της καρδιάς. Ας μην ξεχνάμε και τα βαθύτατα λόγια του Ιησού στην επί του όρους ομιλία του : «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».
Αυτή την ανάγκη ζήτησαν να ικανοποιήσουν και ο homo sapiens και ο homo religiosus.
Αυτό τον ασίγητο πόθο υπέροχα σιγοψιθυρίζει ο Goethe : «Αχ, αν μια φορά από σένα, Αιώνιε, η ψυχή μου να γεμίσει μπορούσε».
Φιλοσοφία και θρησκεία λοιπόν, δύο φαινομενικά αιώνια αντιμαχόμενες δυνάμεις που όμως συμπληρώνουν η μία την άλλη και ορμούν και οι δύο προς τον ίδιο μεταφυσικό στόχο. Το Αιώνιο Είναι.

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2015

Ο φιλόσοφος Νεύτωνας και η εποχή του

newtonmanuscript
newton
O Νεύτων, παραφράζοντας ένα παλιό απόφθεγμα, φέρεται να δήλωσε μια μέρα: «Αν κατόρθωσα να δω πιο μακριά από τους άλλους ανθρώπους, είναι γιατί στηρίχτηκα στους ώμους γιγάντων». Πράγματι, ο Νεύτων συνέχισε τις εργασίες του Γαλιλαίου και του Καρτέσιου στη μηχανική, του Κέπλερ και Κοπέρνικου στην αστρονομία, και είναι γνωστό ότι επηρεάστηκε από τις εργασίες του Christian Huygens.
Στα πρώτα πενήντα χρόνια του 17ου αιώνα δεν έλειπαν οι «γίγαντες» στο χώρο της επιστήμης. Τα Principia μπορούν, υπό μια έννοια, να θεωρηθούν κορωνίδα των ρευμάτων (αστρονομία – μηχανική – μαθηματικά) στο χώρο της επινοητικής σκέψης, που ανέδειξε τότε για πρώτη φορά ο άνθρωπος από την εποχή της αρχαιότητας. O Νεύτων όμως δεν αρκέστηκε να συνδυάσει απλώς τα αποτελέσματα τα οποία είχαν επιτύχει άλλοι επιστήμονες. Ήδη από τη διατύπωση των ορισμών και των αξιωμάτων του, καινοτομεί με τέτοια τόλμη, που αναστάτωσε πολλούς από τους συγχρόνους του. Τρεις από τις καινοτομίες αυτές επρόκειτο να γίνουν αντικείμενο των πιο έντονων αντιπαραθέσεων που συνόδευσαν την πρόοδο της φυσικής.
Ενάντια στον Καρτέσιο, ο Νεύτων εισάγει εκ νέου στην επιστήμη την έννοια της δύναμης. O Καρτέσιος, που είχε συγγράψει οι Principia philosophiae (Αρχές της φιλοσοφίας 1644), πίστευε ότι πρέπει να εξαλείψει την έννοια της δύναμης, επειδή τη θεωρούσε σκοτεινή και συγκεχυμένη, συνδεδεμένη με την τελεολογική μεταφυσική του Αριστοτέλη. Ανέλαβε, λοιπόν, το εγχείρημα να αναγάγει την ύλη στο εκτατό, αρνούμενος ότι υπάρχει πραγματική διαφορά ανάμεσα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό τμήμα ενός σώματος. Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να δώσει μια συνολική εικόνα του κόσμου όπου όλες οι κινήσεις πραγματοποιούνται μέσω επαφών, προκαλώντας τεράστιους και συνεχείς «στροβίλους».
newtonmanuscript
Αυθεντικό χειρόγραφο του Νεύτωνα όπως εκτίθεται στο Κέιμπριτζ
O Νεύτων διαφώνησε με αυτές τις πομπώδεις απόψεις, οι οποίες φαίνονταν ακατάλληλες για τη μαθηματικοποίηση της φυσικής, και όχι με την τάση του Καρτέσιου προς την κατεύθυνση αυτή. Όρισε εκ νέου την ποσότητα της ύλης ως «μέτρο που μπορεί να συναχθεί από την πυκνότητα και τον όγκο της», και στη συνέχεια την ποσότητα της κίνησης (ορμή) ενός σώματος ως «μέτρο που συνάγεται από την ταχύτητα και την ποσότητα της ύλης του σώματος». Με βάση αυτούς τους ορισμούς, συμπέρανε ότι τα σώματα κινούνται στο εσωτερικό ενός ακίνητου και κενού κατά τα άλλα χώρου, κατά μήκος τροχιών που καθορίζονται από δυνάμεις μετρήσιμες με την επιθυμητή μαθηματική ακρίβεια.
Έτσι προέκυψε αμέσως και η δεύτερη μεγάλη καινοτομία του Νεύτωνα: η εκπόνηση μιας νέας μεθόδου υπολογισμών, την οποία είχε ήδη παρουσιάσει σε μια εργασία του με τίτλο Method of fluxions and infinite series (Μέθοδος των ροών και άπειρες σειρές 1671), και την ονόμασε «μέθοδο των πρώτων και έσχατων λόγων». Πρόκειται για ένα λογισμό «απειροστών» ή, όπως ονομάζεται σήμερα, για έναν «διαφορικό λογισμό».
O ίδιος ο Νεύτων συνόψισε με εξαιρετικό τρόπο την ουσία της μαθηματικής αντίληψης που αποτέλεσε τη βάση του λογισμού του: «Θεωρώ εδώ ότι τα μαθηματικά μεγέθη δεν συντίθενται από τα μικρότερα δυνατά τμήματα, αλλά ότι αποδίδονται από μια συνεχή κίνηση. Οι γραμμές, έχοντας ήδη περιγραφεί, παράγονται όχι με παράθεση τμημάτων, αλλά από τη συνεχή κίνηση σημείων. Οι επιφάνειες παράγονται από την κίνηση γραμμών, τα στερεά από την κίνηση επιφανειών, οι γωνίες από την περιστροφή των πλευρών τους, ο χρόνος από μια συνεχή ροή… H παραγωγή των πραγμάτων μ’ αυτό τον τρόπο κατέχει μια πραγματική θέση στη φύση και την παρατηρούμε καθημερινά στην κίνηση των σωμάτων».
Από την εφαρμογή αυτής της ορθολογικής μηχανικής προέκυψε το μεγαλειώδες σύστημα που έμελλε να φέρει απαράμιλλη δόξα στον Νεύτωνα. H διατύπωση του νόμου της παγκόσμιας έλξης – η τρίτη καινοτομία – αποδίδει, με την ίδια εξίσωση, την κίνηση «μιας πέτρας που περιστρέφεται στην άκρη ενός νήματος», αλλά και την κίνηση «των πλανητών που περιφέρονται γύρω από άλλους πλανήτες ή άστρα». O Νεύτων δεν έκρυβε την ελπίδα του ότι κάποια μέρα η ίδια εξίσωση θα βοηθούσε να περιγραφούν με τον ίδιο τρόπο οι δυνάμεις που καθορίζουν τις κινήσεις «των σωματιδίων από τα οποία αποτελούνται τα σώματα».
Από τη στιγμή που νικήθηκαν οι επίμονες αντιδράσεις των «καρτεσιανών», η φήμη του Νεύτωνα έγινε παγκόσμια» ο σεβασμός με τον οποίο περιβαλλόταν το έργο του άγγιξε τα όρια της λατρείας. Οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού άρχισαν να θεωρούν τους εαυτούς τους «νευτωνιστές» τόσο σε θέματα επιστήμης, όσο και σε θέματα ηθικής και πολιτικής.
Γίνεται σαφές ότι εδώ και τρεις αιώνες οι φυσικοί δεν έχουν πάψει να εκφράζονται έχοντας ως βάση το έργο του Νεύτωνα. Στις αρχές του 18ου αιώνα αναγνωρίστηκε ότι ο συγγραφέας των Principia κατόρθωσε να παρουσιάσει ένα απόλυτα συνεπές, αν όχι πλήρες, σχήμα των δυνάμεων που διέπουν τον φυσικό κόσμο. Αυτό το πέτυχε υπάγοντας τες σε έναν και μόνο μαθηματικό τύπο, αποδεικνύοντας έτσι ότι η ανθρώπινη γνώση βρήκε το δρόμο μέσα από τον οποίο θα κατανοούσε το σύνολο της φύσης.
Με αυτή την έννοια, ο Νεύτων δικαίωσε τις ελπίδες που είχαν εναποτεθεί στη φυσική από την αυγή της σύγχρονης επιστήμης. Εξάλλου, ο Γαλιλαίος δεν ήταν αυτός που είχε εκφράσει την πεποίθηση ότι το «μεγάλο βιβλίο της φύσης έχει γραφτεί σε μαθηματική γλώσσα»; O Νεύτων απέδειξε ότι ο Γαλιλαίος είχε δίκιο. Με τον τρόπο αυτό οδηγούσε σε θρίαμβο όχι μόνο μια συγκεκριμένη άποψη για τη σχέση ανάμεσα στη σκέψη και στη φύση, αλλά και μια αναπαράσταση της ίδιας της σκέψης που αποτέλεσε αντικείμενο εντονότατων συγκρούσεων.
Σύμφωνα με μια άγονα ορθολογιστική αντίληψη της ιστορίας, η συγκρότηση της σύγχρονης επιστήμης θεωρείται αποτέλεσμα μιας απότομης στροφής του πνεύματος προς την «ενεργό ζωή». O κόσμος στα τέλη του Μεσαίωνα αποσπάστηκε από το λήθαργο του διαλογισμού και υπέβαλε τη φύση στη διαδικασία της «ερώτησης», με το πλήρες νόημα που έδινε στη λέξη αυτή ο μέγας καγκελάριος Φραγκίσκος Βάκων. Πρόκειται όμως για «μεταστροφή» που ωρίμαζε επί μακρόν και προετοιμάστηκε από μια ευρεία πνευματική κίνηση.
Τέτοια ήταν, μεταξύ άλλων, η περίπτωση των «διαβολικών» επαναστατικών έργων του Giordano Bruno (1548-1600). H Ιερά Εξέταση οδήγησε τον Bruno στην πυρά στις 17 Φεβρουαρίου του 1600, κάτω από τις πιο φρικτές συνθήκες. Το εκκλησιαστικό δικαστήριο αντιλήφθηκε πλήρως ποιος ήταν ο κίνδυνος: το αμάρτημα του επαναστάτη δομινικανού δεν ήταν απλώς η αποδοχή των ηλιοκεντρικών θέσεων του Κοπέρνικου. Χωρίς αμφιβολία, ο Bruno είχε διαπράξει το σφάλμα να πρεσβεύει μια «φυσική μαγεία».
Εντούτοις, το σοβαρότερο σφάλμα του, στα μάτια των δημίων του, ήταν το ότι διακήρυξε το άπειρο του σύμπαντος και την πολλαπλότητα των κόσμων, που θεωρήθηκε ως το επικατάρατο σύμβολο ενός τρόπου σκέψης του οποίου η αλαζονεία μπορούσε να εκληφθεί ως δαιμονική. Έκρουε έτσι τον κώδωνα του κινδύνου για τη μεσαιωνική αντίληψη της σχέσης ανάμεσα στη σκέψη και στο είναι.
Μέχρι τότε, κάθε πραγματικότητα έβρισκε τη θέση της στην αμετάβλητη αρχιτεκτονική μιας θεϊκής προέλευσης, ενώ κάθε πλάσμα αποκτούσε μια απόλυτα καθορισμένη «αξία» ανάλογα με την απόσταση του από την «αρχική αιτία». H γνώση, με την άσκηση της φυσικής λογικής, ήταν ισοδύναμη με τη συνειδητοποίηση αυτής της θέσης και την ανακάλυψη αυτής της ιεραρχίας. H φύση έμοιαζε να είναι περιορισμένη πίσω από έναν προκαθορισμένο ορίζοντα, πίσω από ένα αδιαπέραστο όριο, το οποίο, διαχωρίζοντας όλα τα πλάσματα από τον Δημιουργό τους, τα καταδίκαζε εκ των προτέρων σε ατέλεια τόσο των γνώσεων, όσο και των έργων τους.
O Bruno προκάλεσε έναν πραγματικό σεισμό που απείλησε αυτό το οικοδόμημα με κατάρρευση: η φύση, σύμφωνα με αυτόν, συμμετέχει ολόκληρη, από το εσωτερικό της, στο πρωταρχικό θείο «είναι», που αποτελεί έτσι την «ψυχή του κόσμου». Κατά συνέπεια, η δημιουργική δύναμη της σκέψης μπορεί να θεωρηθεί και αυτή άπειρη!
Χωρίς αμφιβολία, ο Γαλιλαίος δεχόταν εν μέρει αυτή την αντίληψη, αλλά την εξέφρασε με εντελώς διαφορετική γλώσσα, χρησιμοποιώντας μια εικόνα που διατηρούσε την ιδέα ενός προσωπικού Θεού, ο οποίος είχε μια εξωτερική σχέση με τα δημιουργήματα του.
Σύμφωνα με τον Γαλιλαίο, ο Θεός είναι ο συγγραφέας του «μεγάλου βιβλίου της φύσης», οπότε θα πρέπει να δεχτούμε ότι έδωσε δύο βιβλία στην ανθρωπότητα, την Βίβλο και τη Φύση. O Γαλιλαίος, λοιπόν, υποστήριζε ότι αντί των ασαφειών του λόγου του Θεού όπως αυτός αποκαλύπτεται στις Γραφές, είναι προτιμότερη η καθαρότητα της μαθηματικής γλώσσας που μπορούμε να διαβάσουμε στη φύση, επειδή αυτή η γλώσσα φαίνεται απόλυτα προσιτή στην ανθρώπινη νόηση. O ίδιος πάντως δεν έλαβε σαφή θέση για τη μεταφυσική άβυσσο που άνοιξε με την αντίληψη του για την ύπαρξη αυτών των δύο βιβλίων.
O Καρτέσιος, αν και θαύμαζε τον Γαλιλαίο ως επιστήμονα, αποδοκίμαζε τη μετριότητα της φιλοσοφίας του. H δική του μεγαλοφυΐα, λοιπόν, καταπιάστηκε με τη θεμελίωση των κατάλληλων φιλοσοφικών αρχών για τη νέα μηχανική. Στο έργο του Meditationes de prima philosophia (Στοχασμοί επί της πρώτης φιλοσοφίας) (1641) έδειξε το δρόμο προς μια τέτοια θεμελίωση: ανανεώνοντας τη σημασία της λέξης «δημιουργία», ο Καρτέσιος παρουσίασε τον Θεό ως το δημιουργό της ουσίας των πραγμάτων και των «αιώνιων αληθειών» που ο ίδιος «έσπειρε» στο πνεύμα μας. Έτσι ο Θεός εμφανίζεται ως ο «εγγυητής» του τρόπου με τον οποίο εφαρμόζουμε αυτές τις αλήθειες στη φύση. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να ακολουθήσουμε τη σωστή μέθοδο, αυτήν που μας διδάσκει η αναλυτική γεωμετρία, και το φως της φύσης θα αποκαλύψει τον κόσμο στο πνεύμα μας. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η «σύγχρονη» ορμή της σκέψης και η αυτονομία του νοητικού εγχειρήματος.
Ωστόσο, ο Καρτέσιος απέφυγε το ολίσθημα του Bruno: επειδή ο Θεός είναι άπειρο ον, παραμένει ακατάληπτος για την πεπερασμένη ανθρώπινη σκέψη, η οποία προσκρούει εδώ σε ένα οντολογικό όριο.
Οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού αμφισβήτησαν το πνεύμα του συστήματος του Καρτέσιου, απορρίπτοντας τις αρχικές υποθέσεις του και τα μεταφυσικά συμπεράσματα του. Επιθυμώντας να αποκόψουν και τον τελευταίο δεσμό που απέμενε ανάμεσα στη γνώση της φύσης και σε κάποια υπερφυσική αρχή, πίστεψαν ότι μπορούσαν να επιστρατεύσουν το έργο του Νεύτωνα σ’ αυτή τη διαμάχη. Αντί να αποδώσουν την πρόοδο του ανθρώπινου πνεύματος στις αρετές ενός υποτιθέμενου «φυσικού φωτός», αποφάνθηκαν ότι η ίδια η φύση είναι φαεινή.
O Jean Le Rond d’ Alembert (1717-1783) στο έργο του Elements de Philosophie (Στοιχεία φιλοσοφίας) θέτει το εξής ερώτημα: «Τι σημασία έχει κατά βάθος για μας το να εισχωρήσουμε στην ουσία των σωμάτων (…) αφού το γενικό σύστημα των φαινομένων, που είναι πάντα ομοιόμορφο και συνεχές, δεν εμφανίζει καμιά αντίφαση;» Ας μην αναζητούμε τη θεμελίωση της ενότητας της φύσης στην ενότητα της θείας προέλευσης της, αλλά ας αρκεστούμε στη διαπίστωση ότι η φύση παρουσιάζει μια σταθερή και πλήρη τάξη, απολύτως κατανοητή, όπως ένα κλειστό σύστημα, που αποτελεί αυτό καθ’ εαυτό μια μοναδική και ομοιόμορφη οντότητα.
Με τον τρόπο αυτό και γύρω από την παγκοσμιότητα του νόμου της βαρύτητας αναπτύχθηκε η λατρεία προς τον Νεύτωνα. Αυτή η εκδοχή του «νευτωνισμού» διαμορφώνεται με τον ακόλουθο τρόπο: τα ανθρώπινα όντα δεν θα κατορθώσουν ποτέ να γνωρίσουν τα πράγματα καθ’ εαυτά. Αυτό που θα ονομαζόταν αργότερα το «πεπερασμένο» του ανθρώπινου όντος, καταδικάζει τον άνθρωπο να δημιουργεί, με τη βοήθεια των ικανοτήτων του, απλώς «αντικείμενα» για τα οποία το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι αντιστοιχούν στην ύπαρξη των πραγμάτων, επειδή δημιουργούνται στη βάση αισθητηριακών δεδομένων που προέρχονται από αυτά. Έτσι, ηαντικειμενικότητα των γνώσεων που παράγει η φυσική εμφανίζεται ως ο ορίζοντας μιας διαδικασίας αντικειμενοποίησης η οποία ρυθμίζεται από την αδιάκοπη απαίτηση για ενοποίηση, που παραπέμπει στην ενότητα του σκεπτόμενου υποκειμένου.
O Άλμπερτ Αϊνστάιν (1879-1955) είχε επανειλημμένα υπογραμμίσει το χρέος που όφειλε στον Ernst Mach (1838-1916) τον συγγραφέα της Mechanik (Μηχανική). Στο βιβλίο αυτό ο Mach ανακάλυψε τον παράλογο χαρακτήρα της ιδέας για ακαριαία δράση από απόσταση, που δεχόταν ο Νεύτων, και το δεσμό που υπήρχε μεταξύ αυτού του παραλόγου και των εννοιών του απόλυτου χώρου και του απόλυτου χρόνου. O Αϊνστάιν πάντως ουδέποτε έδειξε έστω και την ελάχιστη συμπάθεια για το λογικό θετικισμό του Mach. H αιτία γι’ αυτό ήταν ο θαυμασμός που έτρεφε προς τον ίδιο τον Νεύτωνα, από το έργο του οποίου άντλησε την ιδέα ότι ο σκοπός της φυσικής είναι να δημιουργήσει «μια ενοποιημένη αντίληψη για το σύμπαν» με τη βοήθεια του μικρότερου δυνατού αριθμού μαθηματικών σχέσεων.
Η συνεισφορά του Νεύτωνα στην κατανόηση του χρόνου και του χώρου
Σήμερα, ο Νεύτωνας είναι περισσότερο γνωστός ως φυσικός του οποίου η μεγαλύτερη συνεισφορά ήταν στη διαμόρφωση της κλασικής μηχανικής και της θεωρίας της βαρύτητας, όπως προσδιορίστηκαν στις Μαθηματικές Αρχές της Φυσικής Φιλοσοφίας, που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1687, ενώ τώρα αναφέρεται απλά ως «Αρχές του Νεύτωνα” (Newton’s Principia) . Οι απόψεις του Νεύτωνα για το χώρο, το χρόνο, και την κίνηση όχι μόνο έδωσαν τη βάση για αυτό το μνημειώδες έργο και, συνεπώς, για το σύνολο της κλασικής φυσικής μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα, αλλά επίσης έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στο ολοκληρωμένο σύστημα της φιλοσοφίας και της θεολογίας του Νεύτωνα (που σε μεγάλο βαθμό δημιουργήθηκε πριν από την Principia). Επειδή ποτέ ο Νεύτωνας δεν συνέταξε μια πραγματεία, ή ακόμα και μία περίληψη αυτού του γενικού συστήματος του, τούτο δεν αναιρεί το ανάστημα του ως ένας από τους μεγάλους φιλοσόφους του δέκατου έβδομου αιώνα, και μάλιστα, όλων των εποχών.
Σε ένα Σχόλιο (Scholium) στην αρχή των Principia, που παρεμβάλλεται μεταξύ των «Ορισμών» και των «νόμων της κίνησης», θέτει τις απόψεις του Νεύτωνα για τον χρόνο, το χώρο, τον τόπο, και την κίνηση. Αρχίζει λέγοντας ότι, επειδή στην συνηθισμένη ζωή, οι ποσότητες αυτές σχεδιάστηκαν με όρους των σχέσεών τους με τα σώματα, είναι απαραίτητο να γίνει η διάκριση μεταξύ, αφενός, της σχετικής, φαινομενικής, κοινής αντίληψης τους, και, από την άλλη, των ίδιων των απόλυτων, των αληθινών, των μαθηματικών ποσοτήτων. Όπως συμπέραινε:
  • Ο απόλυτος, αληθινός, και μαθηματικός χρόνος, από τη φύση του, αλλάζει με σταθερό τρόπο χωρίς να έχει σχέση με οτιδήποτε εξωτερικό γεγονός, και, επομένως, χωρίς αναφορά σε οποιαδήποτε αλλαγή ή τρόπο μέτρησης του χρόνου (π.χ., της ώρας, ημέρας, του μήνα ή του έτους).
  • Ο απόλυτος, αληθινός, και μαθηματικός χώρος παραμένει όμοιος και ακίνητος, χωρίς καμία σχέση με οτιδήποτε εξωτερικό. (Η συγκεκριμένη έννοια θα καταστεί σαφέστερη αν φανεί η αντίθεση της με την ιδέα του Καρτέσιου για το ‘χώρο’.) Οι σχετικοί χώροι είναι μέτρα του απόλυτου χώρου που ορίζεται σε αναφορά με κάποιο σύστημα των όντων ή κάποιο άλλο, και ως εκ τούτου ένας σχετικός χώρος μπορεί, και πιθανώς θα είναι, σε κίνηση.
  • Η θέση ενός σώματος είναι ο χώρος που καταλαμβάνει, και μπορεί να είναι απόλυτη ή σχετική ανάλογα με το αν ο χώρος είναι απόλυτος ή σχετικός.
  • Η απόλυτη κίνηση είναι η μετατροπή από μία απόλυτη θέση σε άλλη. Η σχετική κίνηση είναι η μετατροπή από μία σχετική θέση σε άλλη.
    Είναι προφανές από αυτά ότι, σύμφωνα με το Νεύτωνα ο χώρος είναι κάτι ξεχωριστό από τα σώματα και ότι υπάρχει ανεξάρτητα από την ύπαρξη τους. Η θέση αυτή ήταν ένα σημείο μεγάλης τριβής στη φυσική φιλοσοφία του 17ου αιώνα  και δέχθηκε επίθεση από τους επικριτές του, όπως ο Leibniz, ο Huygens και ο Berkeley.
    Αναλυτικά
    Ας ξεκινήσουμε με το χώρο. O Νεύτων δίδασκε ότι όλα όσα συμβαίνουν στο Σύμπαν πραγματοποιούνται στον κενό χώρο, που περιέχει όλα τα σώματα και όλες τις διαδικασίες. Το χώρο αυτόν μπορούμε να τον φαντασθούμε σαν ένα τεράστιο εργαστήριο του οποίου οι τοίχοι, η οροφή και το δάπεδο εκτείνονται ως το άπειρο, αυτό το «απόλυτο», απεριόριστο κενό που ο Νεύτων αποκαλούσε «απόλυτο χώρο». Στις Αρχές γράφει: «Ο απόλυτος χώρος με τη δική του φύση, χωρίς αναφορά σε οτιδήποτε εξωτερικό, παραμένει πάντοτε όμοιος και αμετακίνητος».
    Στη νευτώνεια φυσική, ο χρόνος είναι μια ροή διάρκειας που περιλαμβάνει όλες ανεξαιρέτως τις διαδικασίες. Είναι ο «ποταμός του χρόνου», του οποίου η ροή δεν επηρεάζεται από τίποτα: 
    O απόλυτος, πραγματικός και μαθηματικός χρόνος, από μόνος τον και από την ίδια τη φύση τον, ρέει ομαλά, χωρίς αναφορά σε οτιδήποτε εξωτερικό και αποκαλείται αλλιώς διάρκεια.  –  Μαθηματικές Αρχές της Φυσικής Φιλοσοφίας.
    H εικόνα, λοιπόν, του Νεύτωνα για τον κόσμο ήταν σαφής και ξεκάθαρη: τα σώματα κινούνται στο χρόνο και σε έναν άπειρο κενό χώρο. Οι διαδικασίες στο Σύμπαν μπορούν να είναι αρκετά ποικιλόμορφες και πολύπλοκες. Ανεξάρτητα, όμως, από την πολυπλοκότητα τους, δεν επηρεάζουν την αιώνια σκηνή – το χώρο – και την αναλλοίωτη ροή – το χρόνο. O Νεύτων αξιωματικά υποστήριξε ότι τόσο ο χρόνος όσο και ο χώρος δεν μπορούν να επηρεασθούν και γι’ αυτό χρησιμοποιούσε το επίθετο «απόλυτος». Τόνισε επίσης την αναλλοίωτη ροή του χρόνου με τον ακόλουθο τρόπο:
    Όλες οι κινήσεις μπορούν να επιταχυνθούν ή να επιβραδυνθούν αλλά ο χρόνος ή, ισοδύναμα, η διαδικασία τον απόλυτου χρόνου, δεν αλλάζει. H διάρκεια ή η διατήρηση της ύπαρξης των πραγμάτων παραμένει η ίδια, είτε οι κινήσεις είναι γρήγορες ή είναι αργές, είτε δεν υπάρχουν καθόλου.
    O Άλμπερτ Αϊνστάιν έδωσε την παρακάτω, πολύ διαφωτιστική, περιγραφή των νευτώνειων εννοιών:
    «Η ιδέα της ανεξάρτητης ύπαρξης του χώρου και του χρόνου μπορεί να εκφρασθεί ως εξής: εάν η ύλη εξαφανιζόταν, θα παρέμεναν μόνον ο χώρος και ο χρόνος (ένα είδος σκηνής από την οποία έχουν αποχωρήσει τα φυσικά φαινόμενα)».
    Στο σημείο αυτό ίσως αναφωνήσετε ότι όλα αυτά είναι τόσο προφανή, απλά και σαφή, ώστε ο καθένας θα μπορούσε να ερμηνεύσει το χώρο και το χρόνο με τον ίδιο τρόπο!
    H παρατήρηση είναι δικαιολογημένη, αλλά μόνον επειδή οι έννοιες αυτές έχουν προκύψει από την παρατήρηση της κίνησης των σωμάτων που περιβάλλουν τη Γή, από την παρατήρηση των ουράνιων σωμάτων και από πολυάριθμα πειράματα φυσικής.
    Έχουμε την τάση να θεωρούμε «έμφυτες» στον άνθρωπο τις νευτώνειες έννοιες του χώρου και του χρόνου, επειδή η νευτώνεια φυσική γενίκευσε το σύνολο της εμπειρίας της επιστήμης με την κίνηση των σωμάτων και επειδή αποκτάμε τη γνώση αυτής της συσσωρευμένης εμπειρίας από τα σχολικά βιβλία.
    Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι κάθε πείραμα είναι περιορισμένης κλίμακας, διάρκειας κ.λπ. Την εποχή του Νεύτωνα, καθώς και αργότερα, όλα τα πειράματα και οι παρατηρήσεις αφορούσαν σώματα που, όπως γνωρίζουμε σήμερα, κινούνται μάλλον αργά. Τα βαρυτικά πεδία που ήταν γνωστά την εποχή του Νεύτωνα, σήμερα χαρακτηρίζονται ασθενή. Τέλος, η ενέργεια των τότε γνωστών διαδικασιών ήταν μικρή σε σύγκριση με τις ενέργειες που αντιμετωπίζει η φυσική σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό, όλα όσα είπε ο Νεύτων για το χώρο και το χρόνο ισχύουν και η κίνηση της ύλης πράγματι δεν επηρεάζει ούτε τον έναν ούτε τον άλλον. Αργότερα στη Θεωρία του Αϊνστάιν επιβεβαιώθηκε πως ο χώρος και ο χρόνος μένουν ανεπηρέαστοι μόνον όταν τα σώματα κινούνται αργά και οι ενέργειες είναι μικρές.
    Προς το παρόν, ας τονίσουμε ότι η νευτώνεια θεωρία δεν δημιούργησε ερωτήματα σχετικά με τις ειδικές ιδιότητες της δομής του χρόνου. O χρόνος εκεί είναι ένας ομοιόμορφος «ποταμός» δίχως αρχή ή τέλος, που στη ροή του «μετάφερα» όλα τα γεγονότα. H μόνη του ιδιότητα είναι ότι έχει παντού την ίδια διάρκεια. O «απόλυτος χρόνος» είναι ίδιος σε ολόκληρο το Σύμπαν.
    Στην εικόνα του Νεύτωνα για τον κόσμο το «τώρα», το «πριν» και το «μετά» ισχύει για όλα τα γεγονότα στο Σύμπαν, είτε συνέβησαν στο ίδιο σημείο του χώρου, είτε απείχαν εκατοντάδες εκατομμύρια χιλιόμετρα. Εάν τα πάντα μετρούνται με τον ίδιο απόλυτο χρόνο, τότε όλοι κατανοούν, π.χ., τη φράση «ένας σουπερνόβα εξερράγη αυτή τη στιγμή σ’ ένα γαλαξία στον αστερισμό του Τριγώνου». Παρόλο που ο γαλαξίας αυτός βρίσκεται τρομακτικά μακριά μας και θα περάσουν εκατομμύρια χρόνια μέχρι το φως της έκρηξης να φθάσει τελικά σε μας, τίποτα δεν εμποδίζει να θεωρούμε ότι η έκρηξη έγινε «τώρα», αυτήν τη στιγμή του απόλυτου χρόνου του Σύμπαντος.
    H απόλυτη χρονική σύμπτωση και ο κοινός χρόνος για ολόκληρο το Σύμπαν είναι δυνατά επειδή, σύμφωνα με τη νευτώνεια θεωρία, υπάρχουν σήματα που ταξιδεύουν από το ένα σημείο στο άλλο «ακαριαία«, δηλαδή, διαδίδονται με άπειρη ταχύτητα. Ένα παράδειγμα τέτοιων σημάτων είναι η βαρύτητα. Εάν οι αμοιβαίες θέσεις των βαρυτικών μαζών αλλάξουν, οι μεταξύ τους βαρυτικές δυνάμεις θα μεταβληθούν ακαριαία σε όλο τον άπειρο χώρο.
    Αν οι μάζες μετατοπισθούν σε κάποιο σημείο στο Σύμπαν, είναι δυνατόν να «πληροφορηθούμε» αυτό το γεγονός όσο μεγάλη κι αν είναι η απόσταση που μας χωρίζει. Στην κατάσταση αυτή, η έννοια του «τώρα» είναι απολύτως σαφής. Βέβαια, οι βαρυτικές δυνάμεις σε μεγάλες αποστάσεις από τους αστέρες γίνονται πολύ ασθενείς και δύσκολα μπορούν να μετρηθούν, αλλά αυτό είναι ένα δικό μας, τεχνικό πρόβλημα, από αυτά που δεν αναιρούν τη δυνατότητα του ακαριαίου χρονικού προσδιορισμού ενός γεγονότος.
    O Αϊνστάιν είχε ενθουσιαστεί με τη σαφήνεια και απλότητα της νευτώνειας εικόνας του κόσμου και αποκάλεσε το νευτώνειο χρόνο «ευτυχισμένη παιδική ηλικία της επιστήμης». Μάλιστα, έγραψε πως για τον Νεύτωνα, η φύση ήταν ένα ανοικτό βιβλίο που το διάβασε χωρίς προσπάθεια. Οι έννοιες που χρησιμοποίησε ο Νεύτων για να προσδιορίσει τα δεδομένα του φαίνονται να προκύπτουν αβίαστα από την ανθρώπινη εμπειρία και τα θαυμάσια πειράματα, τα οποία περιέγραψε με πολλές λεπτομέρειες και κατέστρωσε προσεκτικά σαν πολύτιμα παιχνίδια.
    Πάντως, αυτή η ηλιόλουστη εικόνα σκιαζόταν από ένα μικρό «νέφος» που προβλημάτισε τον Νεύτωνα. Συγκεκριμένα, κανένα μηχανικό πείραμα δεν μπορούσε να ανιχνεύσει εάν ένα σώμα κινείται ή ηρεμεί στον κενό χώρο. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, όλες οι διαδικασίες που γίνονται στην καμπίνα ενός πλοίου πραγματοποιούνται με τον ίδιο τρόπο, είτε το πλοίο είναι στάσιμο είτε κινείται. Είναι πραγματικά παράξενο: ο απόλυτος χώρος υπάρχει μεν, αλλά καμιά γραμμική κίνηση δεν μπορεί να μετρηθεί ως προς αυτόν. Πρόκειται για μια αντιαισθητική όψη της θεωρίας.
    Καθώς η ιστορία μας προχωρά, είδαμε ότι οι προσπάθειες για να απομακρυνθεί αυτή η «αντιαισθητική όψη” οδήγησαν τελικά, λίγους αιώνες αργότερα, σε θεμελιώδεις ανακαλύψεις στη φυσική από τον Αϊνστάιν.
    Πρέπει στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι οι απόψεις του Νεύτωνα για το χώρο και το χρόνο δεν ήταν οι μοναδικές εκείνης της εποχής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πεποιθήσεις του σύγχρονου του Νεύτωνα, διάσημου γερμανού φιλοσόφου, Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνατς (Gottfried Wilhelm Leibniz). O Λάιμπνιτς δεν εργαζόταν μόνο στη φιλοσοφία αλλά και στη φυσική, τα μαθηματικά, την ιστορία, το φυσικό δίκαιο, την ιστορική νομολογία, τη θεολογία και τη διπλωματία. Τα πολυδιάστατα ενδιαφέροντα του οδήγησαν τα επιστημονικά του αποτελέσματα σε κάποια ανομοιογένεια.
    O Λάιμπνιτς επινόησε νέες προσεγγίσεις, υπήρξε δημιουργός νέων ιδεών, σπάνια, όμως, ακολούθησε αυτές τις διαδρομές μέχρι τη λογική και λεπτομερή τεκμηρίωση τους. Προσπάθησε να ενοποιήσει διαφορετικές απόψεις της εποχής του και να επιλύσει όλες τις διαμάχες και τις αντιθέσεις. O Λάιμπνιτς οραματιζόταν μια ειρηνική συνύπαρξη επιστήμης και θρησκείας, καθολικισμού και προτεσταντισμού. Προσπάθησε να κάνει την επιστήμη διεθνή και να επεξεργασθεί μια παγκόσμια γλώσσα. Με δική του πρωτοβουλία, ιδρύθηκε η Ακαδημία Επιστημών του Βερολίνου στα 1700, της οποίας υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος. Εργάσθηκε σκληρά για την ίδρυση ακαδημίας στη Βιέννη και τη Δρέσδη. Συνάντησε τον τσάρο της Ρωσίας, Πέτρο το Μέγα, με τον οποίο εξέτασε τρόπους θεμελίωσης της επιστημονικής έρευνας στη Ρωσία, καθώς και τα απαραίτητα μέτρα για την οργάνωση της Ακαδημίας Επιστημών στην Αγία Πετρούπολη.
    O μεγάλος αυτός επιστήμονας απέρριψε τον απόλυτο χώρο του Νεύτωνα. Υποστήριξε ότι ο χώρος είναι απλώς η εκδήλωση μιας τάξης στην ύπαρξη των αντικειμένων και των φαινομένων, πως η φύση δεν διαθέτει απόλυτο χώρο ελεύθερο από φυσικά σώματα. O Λάιμπνιτς είχε καταλήξει ότι ο χώρος είναι σχετικός. Στο ίδιο πνεύμα, απέρριψε έναν απόλυτο χρόνο που ρέει ανεξάρτητα από τις φυσικές ιδιότητες. O Λάιμπνιτς δίδασκε ότι ο κόσμος περιγράφεται από μια ακολουθία διαδοχικών φαινομένων, που οι άνθρωποι αποκαλούν χρόνο.
    Στο σημείο αυτό ας αναφέρουμε την εκπληκτική συγγένεια μεταξύ κάποιων προβλέψεων του Λάιμπνιτς, τρεις αιώνες πριν, και της σύγχρονης γνώσης μας για το χρόνο. Φαίνεται ιδιαίτερα εντυπωσιακό το γεγονός ότι ο Λάιμπνιτς επέμενε πως δεν υπάρχει ο απόλυτος χρόνος που είχε εισαγάγει ο Νεύτων και ότι είχε αναπτύξει μια θεωρία σχετικότητας του χρόνου, του χώρου και της κίνησης.
    Πάντως, μολονότι διατύπωσε αυτά τα πρωτότυπα επιχειρήματα, ο Λάιμπνιτς δεν προχώρησε περισσότερο. Δεν ήταν σε θέση την εποχή εκείνη να κατασκευάσει μια φυσική θεωρία βασισμένη στις φιλοσοφικές του απόψεις. Αντίθετα, η κατανόηση του Νεύτωνα πήγαζε από μια αυστηρή φυσική θεωρία που είχε αναπτύξει. H θεωρία αυτή ήταν το θεμέλιο της μηχανικής, ενώ η μηχανική ήταν το επιστημονικό πλαίσιο για την επερχόμενη βιομηχανική επανάσταση. H θεώρηση του Νεύτωνα είχε κυριαρχήσει.
    H νευτώνεια φυσική άντεξε στη δοκιμασία του χρόνου. Μπορεί η φυσική, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, να έχει μετατοπίσει τα όρια στα οποία μπορεί να διερευνηθεί λεπτομερώς το Σύμπαν πολύ πιο πέρα απ’ όσο ήταν δυνατό στην εποχή του Νεύτωνα,
    μπορεί η εικόνα μας για το χώρο και το χρόνο να είναι πολύ πιο βαθιά και πολυσχιδής, αλλά, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η σημερινή επιστήμη δεν απορρίπτει όλα όσα πέτυχε ο Νεύτων. Οι ιδιότητες του χώρου και του χρόνου, καθώς και οι νόμοι της φυσικής κίνησης τους οποίους θεμελίωσε για τη μελέτη των γνωστών φαινομένων στην εποχή του, ισχύουν ακόμα και θα ισχύουν και στο μέλλον.
    Σήμερα, βέβαια, είμαστε σε θέση να μελετήσουμε φαινόμενα τα οποία ο Νεύτων δεν μπορούσε να διερευνήσει. Φαινόμενα που μας αποκαλύπτουν νόμους της φύσης, που ήταν άγνωστοι παλιότερα, καθώς και τις κρυμμένες ιδιότητες του χώρου και του χρόνου.
    Κλείνοντας την ενότητα αυτή, είναι απαραίτητο να αναφέρουμε μια άλλη πολύ σημαντική ιδιότητα του χρόνου, η οποία για πρώτη φορά υπογραμμίστηκε από το φιλόσοφο Τζον Λοκ (John Locke) που είχε επηρεασθεί, σε μεγάλο βαθμό, από τη νέα φυσική και τον οποίο γνώριζε ο Νεύτων. Σύμφωνα με την ιδιότητα αυτή, η μαθηματική εικόνα του χρόνου είναι μια ευθεία γραμμή. Αντίθετα με το χώρο που είναι τρισδιάστατος (μήκος, πλάτος και ύψος), ο χρόνος είναι μονοδιάστατος και σχηματίζεται από μια αλληλουχία διαδοχικών γεγονότων.
    Αυτή η απεικόνιση του χρόνου σαν μια μαθηματική ευθεία γραμμή αποδείχθηκε πολύ σημαντική για την περαιτέρω εξέλιξη της εικόνας μας για τον κόσμο.
    Πηγές: Οι παγκόσμιες σταθερές του Gilles Tannoudji (εκδόσεις Κάτοπτρο),  Το ποτάμι του χρόνουτου Igor Novikov (εκδόσεις Τραυλός), δικτυακός τόπος για την Φιλοσοφία του Πανεπιστημίου του Stanford.