Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

ΠΡΟΣΕΥΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ?????

«Όποιος ασχολείται σοβαρά με την επιστήμη είναι πεπεισμένος ότι κάποια ανώτερη δύναμη διατρέχει τους νόμους του Σύμπαντος, μια δύναμη που είναι πολύ ανώτερη από εκείνη του ανθρώπου».

Είτε πρόκειται για ακούσιους αλλά εμπνευσμένους προβληματισμούς σχετικά με τα δύο φύλα είτε για φαινομενικά απλές αλλά βαθυστόχαστες ερωτήσεις σχετικά με τον τρόπο που λειτουργεί ο κόσμος, τα παιδιά έχουν έναν μοναδικό τρόπο να βλέπουν καθαρά την ουσία ακόμα και των πιο πολύπλοκων πολιτιστικών φαινόμενων αναγκάζοντάς μας να επανεξετάσουμε τις εικασίες μας.

Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την πανάρχαια διαμάχη ανάμεσα στην επιστήμη και τη θρησκεία, η οποία προβλημάτισε φωτισμένα μυαλά όπως ο Γαλιλαίος και ο Καρλ Σαγκάν, καθώς και μερικά από τα πιο φημισμένα επιστημονικά μυαλά στις μέρες μας.

Το τεράστιο πολιτιστικό υπόβαθρο του ερωτήματος δεν εμπόδισε τη Φύλλις, ένα κοριτσάκι από τη Νέα Υόρκη, να το θέσει στο σπουδαίο επιστήμονα Άλμπερτ Αϊνστάιν όπως αποκαλύφθηκε το 1936 σε μια επιστολή από το βιβλίο «Αγαπητέ καθηγητή Αϊνστάιν: Οι επιστολές του Άλμπερτ Αϊνστάιν από και προς τα παιδιά» (Dear Professor Einstein: Albert Einstein’s Letters to and from Childrenδημόσια βιβλιοθήκη | IndieBound) – δηλαδή στην ίδια συλλογή που περιέχει τα ενθαρρυντικά λόγια του Αϊνστάιν όσον αφορά την ενασχόληση των γυναικών με την επιστήμη.

Εκκλησία Ρίβερσαϊντ
19 Ιανουαρίου 1936
Αγαπητέ δρα Αϊνστάιν,

Την Κυριακή στην τάξη μας είχαμε την εξής απορία: Προσεύχονται οι επιστήμονες; Το θέμα ξεκίνησε με την ερώτηση αν θα μπορούσαμε να πιστεύουμε ταυτόχρονα και στην επιστήμη και στη θρησκεία. Γράφουμε σε επιστήμονες αλλά και σε άλλους σημαντικούς ανθρώπους με σκοπό να καταφέρουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό.
Θα ήταν μεγάλη μας τιμή αν μας απαντούσατε στο ερώτημα αν προσεύχονται οι επιστήμονες, καθώς επίσης και σε τι προσεύχονται. Είμαστε μαθητές της έκτης τάξης, με δασκάλα την κυρία Έλις.

Με εκτίμηση,
Φύλλις

Ύστερα από μόλις 5 μέρες, ο Αϊνστάιν απάντησε – είναι πράγματι υπέροχο όταν οι γίγαντες του πολιτισμού ανταποκρίνονται στην ειλικρινή περιέργεια των παιδιών – και η απάντησή του διαθέτει την ίδια πνευματική ποιότητα της επιστήμης που ο Καρλ Σαγκάν εξύμνησε δεκαετίες αργότερα όπως έκανε και ο Πτολεμαίος χιλιετίες νωρίτερα. Έξι χρόνια πριν, ο Αϊνστάιν είχε διερευνήσει αυτό ακριβώς το θέμα σε πολύ πιο πολύπλοκη γλώσσα και εκφραστική γλαφυρότητα στη θρυλική συνομιλία του με τον Ινδό φιλόσοφο Ταγκόρ.

24 Ιανουαρίου 1936
Αγαπητή Phyllis,

Θα προσπαθήσω να απαντήσω στην ερώτησή σου όσο πιο απλά μπορώ:
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι κάθε φαινόμενο, ακόμα και τα ανθρώπινα ζητήματα, υπόκεινται στους νόμους της Φύσης. Συνεπώς, ένας επιστήμονας δεν μπορεί να πιστεύει ότι η πορεία των γεγονότων επηρεάζεται από την προσευχή, δηλαδή με κάποια ευχή που εκδηλώνεται προς το υπερφυσικό.
Ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι πραγματικές μας γνώσεις γι’ αυτές τις δυνάμεις είναι ατελείς, έτσι ώστε τελικά η πίστη στην ύπαρξη ενός έσχατου, απόλυτου πνεύματος να βασίζεται σε ένα είδος πίστης. Μια τέτοια πίστη εξακολουθεί να είναι διαδεδομένη και σήμερα, ακόμα και μετά τα τόσα επιτεύγματα της επιστήμης.

Επιπλέον όμως, όλοι όσοι ασχολούνται σοβαρά με την επιστήμη είναι πεπεισμένοι ότι κάποια ανώτερη δύναμη διατρέχει τους νόμους του Σύμπαντος, μια δύναμη που είναι πολύ ανώτερη από εκείνη του ανθρώπου. Με αυτόν τον τρόπο, η αναζήτηση της επιστήμης οδηγεί σε ένα ιδιαίτερο θρησκευτικό συναίσθημα, το οποίο είναι σίγουρα αρκετά διαφορετικό από την θρησκευτικότητα ενός απλοϊκού ανθρώπου.

Με εγκάρδιους χαιρετισμούς,
Α. Αϊνστάιν


ΚΑΡΛΟΣ ΚΑΣΤΑΝΕΝΤΑ : ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΣΙΩΠΗ

Ο δον Χουάν δίδασκε τη διαπίστωση που έκαναν οι μάγοι της γενιάς του: ότι η εσωτερική σιωπή πρέπει να κατακτάται με διαρκή άσκηση πειθαρχίας. Πρέπει να αποκτάται με κόπο και να αποθηκεύεται λίγο λίγο, λεπτό με το λεπτό. Με άλλα λόγια πρέπει κανείς να πιέσει τον εαυτό του να σωπαίνει, έστω και για λίγα δευτερόλεπτα τη φορά.

Σύμφωνα με το δον Χουάν ήταν κοινή πεποίθηση των μάγων ότι η επιμονή ενός ανθρώπου μπορεί να κατανικήσει τη συνήθεια, ώσπου να φτάσει, ανάλογα με το άτομο, επιμένοντας για λίγα δευτερόλεπτα ή λεπτά, σε ένα κατώφλι. Για παράδειγμα, αν το κατώφλι της εσωτερικής σιωπής είναι δέκα λεπτά για ένα συγκεκριμένο άτομο, τότε, μόλις φτάσει σε αυτό το κατώφλι, η εσωτερική σιωπή επέρχεται από μόνη της, αυτόβουλα, θα έλεγε κανείς.

Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εκ των προτέρων το προσωπικό μας κατώφλι. Ο μόνος τρόπος για να το ανακαλύψουμε είναι μέσω άμεσης εμπειρίας. Αυτό ακριβώς μου συνέβη. Ακολουθώντας την υπόδειξη του δον Χουάν, πίεζα επίμονα τον εαυτό μου να σωπαίνει και, κάποια μέρα, ενώ περπατούσα στο UCLA, έφτασα στο μυστηριώδες κατώφλι μου. Ήξερα πως είχα φτάσει, επειδή βίωσα στη στιγμή κάτι που ο δον Χουάν μου είχε περιγράψει αναλυτικά.

Εκείνος το ονόμαζε σταμάτημα του κόσμου. Εν ριπή οφθαλμού, ο κόσμος έπαψε να είναι αυτό που ήξερα και, για πρώτη φορά στη ζωή μου, συνειδητοποίησα ότι έβλεπα την ενέργεια όπως ρέει στο σύμπαν.

Χρειάστηκε να καθίσω σε κάτι σκαλοπάτια. Ήξερα πως καθόμουν σε πλίνθινα σκαλοπάτια, αλλά το ήξερα μόνο διανοητικά, μέσα από την μνήμη μου. Εμπειρικά, αναπαυόμουν πάνω σε ενέργεια. Εγώ ο ίδιος ήμουν ενέργεια, όπως τα πάντα γύρω μου. Είχα  «κλείσει» το ερμηνευτικό μου σύστημα.
Αφού είδα άμεσα την ενέργεια, συνειδητοποίησα κάτι που με τρομοκράτησε, κάτι που μόνο ο δον Χουάν θα μπορούσε να μου εξηγήσει. Συνειδητοποίησα ότι, μολονότι έβλεπα άμεσα την ενέργεια για πρώτη φορά στη ζωή μου, στην πραγματικότητα την έβλεπα σε όλη μου τη ζωή, χωρίς να το συνειδητοποιώ.

Η καινοτομία δεν ήταν να βλέπω την ενέργεια όπως ρέει στο σύμπαν, ήταν η απορία που γεννήθηκε μέσα μου, μια απορία τόσο έντονη, ώστε με έκανε να αναδυθώ πίσω στον κόσμο της καθημερινής ζωής. Τι ήταν αυτό που με εμπόδιζε μια ζωή να συνειδητοποιήσω ότι έβλεπα την ενέργεια που ρέει στο σύμπαν;

«Για να σου λύσω την απορία, πρέπει να εξετάσουμε δύο θέματα», μου εξήγησε ο δον Χουάν, όταν τον ρώτησα σχετικά με αυτή την εξοργιστική αντίφαση.

«Το ένα είναι η γενική επίγνωση. Το άλλο είναι η ειδική, σκόπιμη συνειδητότητα. Κάθε ανθρώπινο ον μέσα στον κόσμο αντιλαμβάνεται, σε γενικές γραμμές, ότι βλέπει την ενέργεια όπως ρέει στο σύμπαν. Παρόλα αυτά, μόνο οι μάγοι έχουν ιδιαίτερη και συνειδητή αντίληψη αυτής της ενέργειας. Για να αντιληφθείς συνειδητά κάτι που γενικώς συναισθάνεσαι προϋποθέτει ενέργεια και την ατσάλινη πειθαρχία που απαιτεί η ύπαρξή της. Η εσωτερική σιωπή σου, ο καρπός πειθαρχίας και ενέργειας, γεφύρωσε το χάσμα ανάμεσα στη γενική επίγνωση και την ειδική συνειδητότητα».

ΚΑΡΛΟΣ ΚΑΣΤΑΝΕΝΤΑ

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

χρήστος γιανναράς: η αιωνιότητα ζει μέσα μας

«ΜΕΝΟΝΤΑΣ ΔΟΥΛΟΙ ΣΤΗ ΜΙΖΕΡΙΑ της καθημερινότητας, μένουμε δούλοι στο πρόσκαιρο και εφήμερο και φθαρτό του κόσμου τούτου. Κλείνουμε όλη τη θέα της ζωής στις χωματερές εκτάσεις της ρουτίνας, γίνεται όλη η ζωή ένας παχύς χωματόδρομος που τον περνάμε έρποντας.

ΚΑΘΕ ΞΥΠΝΗΜΑ ΟΜΩΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΧΑΡΑΣ μέσα μας, κάθε γεύση μεθυστική του ιδιαίτερου και ξεχωριστού που υπάρχει στη ζωή, είναι μια γεύση του απόλυτου και γι’ αυτό μια γεύση αιωνιότητας.

Η ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ ΖΕΙ ΜΕΣΑ ΜΑΣ στην κάθε μέρα, στην κάθε ώρα, σαν σύγκριση και σαν νοσταλγία. Ο χαμένος παράδεισος ζει μέσα μας στις στιγμές της μεγάλης χαράς, στο πλησίασμα ενός ανθρώπου, μιας αλήθειας, μιας αγάπης, μιας ομορφιάς.

ΕΙΝΑΙ ΣΤΙΓΜΕΣ ΣΤΗ ΖΩΗ, αυτές που κάνουν τη δίψα μας μαρτύριο και που το νιώθουμε καθαρά πως θ’ αρκούσαν, σε μία αέναη παράταση, να μας ξεδιψάσουν για μία αιωνιότητα».

«Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΗ, ΟΧΙ ΧΡΟΝΙΚΑ ΛΙΓΗ, όσο ποιοτικά και ποσοτικά. Είναι τόση μόνο, όσο για να ξυπνάει μέσα μας μια βαθιά, ακόρεστη δίψα. Ό,τι γευόμαστε σε τούτη τη ζωή δεν είναι παρά αρμυρό νερό που μεγαλώνει τη δίψα μας για ένταση και διάρκεια. Μόνο αυτή η λέξη μπορεί να αποδώσει ό,τι ίσαμε τούτη τη στιγμή έχουμε δοκιμάσει στη ζωή: Διψάμε. Ό,τι γευτήκαμε κι ό,τι γευόμαστε είναι λίγο, ασήμαντο, μηδαμινό, μπροστά σ’ αυτό που διψάμε.

ΚΙ Η ΔΙΨΑ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΠΙΟ ΒΑΣΑΝΙΣΤΙΚΗ, το πιο φοβερό μαρτύριο. Οι στιγμές είναι ελάχιστες που η καρδιά ξεδιψάει για ζωή, το νερό κελαρύζει ελάχιστες στιγμές και μετά στερεύει κι η καρδιά μένει εκεί σκυμμένη καρτερώντας, πιο διψασμένη ύστερα απ’ αυτές τις στιγμές, πιο αχόρταστη, με τα χείλη ανοιχτά και ξεραμένα απ’ τη νοσταλγία.

ΤΙ ΔΙΨΑΜΕ; ΔΙΨΑΜΕ ΕΝΤΑΣΗ, ΔΙΑΡΚΕΙΑ, ΠΟΙΚΙΛΙΑ. Διψάμε το αδιάκοπα καινούργιο. Λαχταράμε τον ίλιγγο της πτώσης, της απροσμέτρητης πτώσης, αλλά και το φτερούγισμα της ανόδου. Κάθε τι ακραίο μας ηλεκτρίζει. Η γη είναι στενή, η ζωή φθαρμένη μέσα στα σχήματα. Ασφυκτιούμε μέσα στα δεσμά του τόπου, του χρόνου και των αισθήσεων.

ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑΣ ΧΩΡΟΣ ΧΩΡΙΣ ΕΚΤΑΣΗ, η ανάγκη για μια απόλυτη διάρκεια κι η λαχτάρα για μια χωρίς όρια απόλαυση. Τα θέλουμε όλα, κι αυτό είναι το πιο βασανιστικό πάθος μεσ’ στη ζωή».

Αποσπάσματα από το βιβλίο “Πείνα και Δίψα” του Χρήστου Γιανναρά, εκδόσεις Γρηγόρης.